21 Δεκεμβρίου 2007

τεύχος 27 (2007) - Νίκος Μαμαγκάκης



Τεύχος 27 Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2007

Περιεχόμενα

  • Ακριβές στιγμές: «Μουσικό ημερολόγιο 1958…», του Ηλία Κατσούλη
  • Μεταξύ των άλλων…
  • Ο πολιτικός Μάνος Λοϊζος, του Φώντα Λάδη
  • Αιμιλία Κουγιουμτζή: Για τον Σταύρο, των Τάσου Π. Καραντή και Θανάση Γιώγλου
  • Γιώργος Βαρσαμάκης, του Χρόνη Πλατίνου
  • Ο τραγουδιστικός χάρτης της Αθήνας, του Σταύρου Γ. Καρτσωνάκη
  • Γιώργος Κοτσώνης, του Γιώργου Καλογήρου
  • Νίκος Μαμαγκάκης, του Θανάση Συλιβού
  • Μανώλης Γαλιάτσος, του Αλέξη Βάκη
  • Αρώματα της Σμύρνης στη γειτονιά της προσφυγιάς, της Ελένης Δελβινιώτη
  • Γιώργος Ξηντάρης, του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
  • Τα πουλιά στον ποιητικό κόσμο του Κουγιουμτζή, του Τάσου Π. Καραντή
  • Δανάη Παναγιωτοπούλου του Ηρακλή Οικονόμου
  • Ιωάννα Γεωργακοπούλου, του Χάρη Κόντου
  • Τζιβαέρι, του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
  • Τα τραγούδια του έρωτα και της αγάπης, του Ανδρέα Καρζή
  • Δεν υπάρχει φωτιά για καλό, του Θόδωρου Βαλσαμίδη
  • Ανθολόγιο μουσικών αισθημάτων από την ελληνική πεζογραφία:
  • Το τραγούδι στα δραματικά συμβάντα της ζωής, , επιμέλεια: Ηλίας Κατσούλης
  • «…παίζουν τα ραδιόφωνα τραγούδια για το τίποτα γραμμένα»,
  • του Σπύρου Κουρκουνάκη
  • Πίσω από τα όργανα: «Ο Λώρης με τη φυσαρμόνικα», του Γιώργου Αλτή
  • Αναγνώσεις
  • Ακροάσεις

ΕΝΘΕΤΟ
Εξώφυλλα, μουσικές και αναμνήσεις
Νίκος Μαμαγκάκης

07 Δεκεμβρίου 2007

Δημοτικό Ωδείο Καβάλας: ο «Έρωτας Αρχάγγελος» του Χρήστου Λεοντή


Το Δημοτικό Ωδείο Καβάλας οργανώνει εκδήλωση για την παρουσίαση του καινούριου δίσκου του μεγάλου Έλληνα δημιουργού Χρήστου Λεοντή με τίτλο «Έρωτας Αρχάγγελος».
Στην εκδήλωση που θα γίνει την Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου στις 8 το βράδυ στην αίθουσα Γ. Παπαϊωάννου στο υπόγειο του κτιρίου του Ωδείου, θα μιλήσουν ο Θεόδωρος Θεοδωρίδης, ο εκδότης του περιοδικού «Μετρονόμος» και παραγωγός του δίσκου Θανάσης Συλιβός και ο στιχουργός Δημήτρης Λέντζος.
Στην εκδήλωση θα παραστεί και θα απευθύνει χαιρετισμό και ο ίδιος ο Χρήστος Λεοντής.
Μικρό μουσικό σχήμα αποτελούμενο από τους καβαλιώτες μουσικούς Θεόδωρο Κατάκαλο, Πέτρο Ζώτο, Άγγελο Ζαγοριανό, Κώστα Παπανικολάου και Θεόδωρο Βαλσαμίδη θα παρουσιάσει γνωστά τραγούδια από το μακρύ κατάλογο των έργων του μεγάλου Έλληνα δημιουργού.

18 Νοεμβρίου 2007

"Το πέρασμα σου" από τους Χειμερινούς Κολυμβητές


Tην Πέμπτη 8 Νοεμβρίου, στο βιβλιοπωλείο Ιανός, στην Αθήνα, έγινε η παρουσίαση του νέου άλμπουμ των Χειμερινών Κολυμβητών με τίτλο «Το πέρασμά σου». Μίλησαν η διευθύντρια της Λύρα Έφη Κανελλοπούλου, από τους Χειμερινούς Κολυμβητές ο Αργύρης Μπακιρτζής και ο Χάρης Παπαδόπουλος και ο παραγωγός και μουσικός ερευνητής Νίκος Διονυσόπουλος.
«Το πέρασμά σου» περιλαμβάνει μελοποιήσεις είκοσι ποιημάτων Ελλήνων και ξένων δημιουργών και μία αφήγηση. Την τιμητική του έχει ο Σαίξπηρ αφού περιλαμβάνονται δέκα κομμάτια σε μετάφραση Βασίλη Ρώτα από τα έργα του: Βασιλιάς Ληρ, Πολύ κακό για το τίποτα, Όπως αγαπάτε, Χειμωνιάτικο παραμύθι, Ο έμπορος της Βενετίας, Δωδέκατη νύχτα και Άμλετ. Ακόμα: το εικοσιτεσσάρων στροφών ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Ερωτικός λόγος», «Το πέρασμά σου» του Κώστα Βάρναλη, «Η τρελή ροδιά» του Οδυσσέα Ελύτη, «Παραλληλισμοί» του Νίκου Καββαδία, «Το φιλί» του Ντίνου Χριστιανόπουλου, «Σαν εξομολόγηση» του Γιάννη Βαρβέρη, οι «Κλαίουσες ιτιές» του Ναζίμ Χικμέτ σε μετάφραση Στέλιου Μαγιόπουλου, ένα απόσπασμα από το «Άσμα Ασμάτων» σε μετάφραση Γιώργου Τσουκαλά, ένα ποίημα του Ασίζ Νεζίν από το βιβλίο του «Αναμνήσεις ενός εξόριστου» σε μετάφραση Στέλιου Μαγιόπουλου και μια ελεύθερη απόδοση από τον Αργύρη Μπακιρτζή ενός ποιήματος του Καΐς Εμπν Μουάζ (Περσία, 1ος αι..μ.Χ.) σε μετάφραση Κώστα Τρικογλίδη. Ο δίσκος κλείνει με την απαγγελεία μιας πολύ σύντομης μαθητικής έκθεσης του 1954, της α΄ τάξης του γυμνασίου του Αγ. Νικολάου Κρήτης από το Μανώλη Δαβράδο
Ο Αργύρης Μπακιρτζής μελοποίησε τα δεκαεννιά ποιήματα, ο Χάρης Παπαδόπουλος το ποίημα του Γ. Βαρβέρη, ενώ στην ενορχήστρωση συνέβαλαν όλα τα μέλη των Χειμερινών Κολυμβητών.
Τραγουδούν ο Αργύρης Μπακιρτζής, ο Κώστας Σιδέρης και η Ελευθερία Αρβανιτάκη σε τρία τραγούδια. Είναι η πρώτη φορά που οι Χειμερινοί Κολυμβητές συνεργάζονται με κάποιον ερμηνευτή εκτός συγκροτήματος και η σύμπραξη με την Αρβανιτάκη ήταν ευτυχής! Η αέρινη ερμηνεία της ταίριαξε ιδανικά με τον πολύ ιδιαίτερο ήχο του συγκροτήματος και τη φωνή του Αργύρη Μπακιρτζή. Στην «Τρελή Ροδιά» και τον «Ερωτικό Λόγο» συμμετέχει η 35μελής μικτή Χορωδία του Δήμου Γλυκών Νερών Αττικής. Τραγουδούν ακόμη η πενταμελής Χορωδία των μελών του συγκροτήματος και πενταμελές κλιμάκιο της Χορωδίας «Ροξ», η οποία κατά το παρελθόν έχει συνεργαστεί με τους Χειμερινούς Κολυμβητές σε δίσκους και συναυλίες.
Τα μέλη των Χειμερινών Κολυμβητών είναι οι: Κώστας Βόμβολος (ακορντεόν, καλίμπα), Αργύρης Μπακιρτζής (φωνή), Χάρης Παπαδόπουλος (μπουζούκι, μπαγλαμάς, πιάνο, φωνή), Δημήτρης Πολυζωίδης (βιόλα, βιολί), Μιχάλης Σιγανίδης (κιθάρα, κοντραμπάσο, μαντολίνο, φωνή), Κώστας Σιδέρης (φωνή), Γιώργος Ταμκατζόγλου (κιθάρες).

02 Νοεμβρίου 2007

Κατερίνα Γώγου (Μετρονόμος, τεύχος 22)





Κατερίνα Γώγου


-μια μικρή αναφορά στην “οργισμένη” ποιήτρια και μια ματιά στην παρουσία της στην ελληνική δισκογραφία-

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Κατερίνα Γώγου

Για τους πολλούς, η Κατερίνα Γώγου είναι γνωστή σαν μια καλή ηθοποιός του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου. Η εικόνα του χαριτωμένου, ατίθασου, τσαμπουκαλεμένου τρελοκόριτσου είναι αποτυπωμένη στις πάμπολλες ελληνικές ταινίες, κυρίως της Φίνος Φιλμ, αλλά και στη μνήμη των Ελλήνων.
Η Γώγου – ηθοποιός όμως, των δεκαετιών του ’60 και του ’70, συμπορεύτηκε, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, παράλληλα με τη ηθοποιία, και με την ποίηση. Παρουσίασε, μέσα από τα ραγισμένα ποιήματά της, ένα ξεχωριστό ποιητικό πρόσωπο, που σημάδεψε την ελληνική ποίηση.

«Εν αρχή ην το Χάος»*

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιούνη 1940. Από πολύ μικρή, 5 χρονών, ως παιδί – θαύμα, δούλεψε σε παιδικούς θιάσους και στη συνέχεια επαγγελματικά, σαν ηθοποιός στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες(“Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο/1959”, “Άπονη ζωή/1964”, “Δεσποινίς Διευθυντής/1964”, “Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα/1965”, “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση/1971” κ.ά.) , ενώ στο θέατρο έπαιξε από επιθεώρηση μέχρι τραγωδία(θίασος Κ. Κουν). Πρωταγωνίστησε στις εξής ταινίες : α) «Το … βαρύ πεπόνι»(Π. Τάσιου, 1977 – κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), β) «Παραγγελιά»(Π. Τάσιου, 1980 – μέρος της ταινίας βασίζεται σε ποιήματά της) και γ) «Όστρια»(Α. Θωμόπουλου, 1984 / συνεργάστηκε στο σενάριο / πήρε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Α. Θωμόπουλο).
Η Κατερίνα Γώγου παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο και απέκτησαν μια κόρη, την Μυρτώ Τάσιου.1

«Εν αρχή ην ο Πόνος»*

Αμέσως, με την εμφάνιση της πρώτης της ποιητικής συλλογής, ξεκίνησε, όπως γράφτηκε, η “μεταφορά” της «από τα πλατό της Φίνος στο πλατό των Εξαρχείων, χώροι απατημένης φαντασίας και οι δύο». Εξ αρχής άσκησαν γοητεία πάνω της «ο κόσμος του εξαναγκασμένου περιθωρίου» και «ο χώρος της μαχόμενης αναρχίας τροτσκιστικών καταβολών», αλλά, εν συνεχεία, καταβυθίστηκε «στην περιοχή των ευφορικών ουσιών» και «στην πολιτικοποιημένη, όπως όπως, ψυχεδέλεια». Μπορεί η Κατερίνα Γώγου να «υπονόμευσε τον ποιητικό της βίο από τις δυστροπίες και τις ατοπίες της πολιτείας της» κατάφερε όμως να μας παραδώσει ακέραια τα ποιήματά της.2
Η ατίθαση και σπαρακτική ποιητική φωνή της Γώγου έγινε, τόσο η φωνή της δικής της μεταπολεμικής γενιάς, όσο και της μεταπολιτευτικής γενιάς, αλλά και των ακόμη νεότερων. Μέσα από τα ποιήματά της, αυτή η ασυμβίβαστη και, συνάμα, ευαίσθητη ποιήτρια έκανε τον πόνο της στίχους και αποτύπωσε μέσα από τις ποιητικές της κραυγές όλη την αθλιότητα που υπήρχε γύρω της. Η Γώγου, μια γνήσια “δακρυσμένη ψυχή”, κατά την τσεχοφική ορολογία, “συνομίλησε”, κυρίως, με τους νέους. Όπως ειπώθηκε, «έκανε ποίηση σε μια εποχή που άλλοι “ποιητές” έκαναν δημόσιες σχέσεις», γι’ αυτό και ήταν έξω από τα εκδοτικά και κάθε λογής κυκλώματα και κλίκες. Παρόλα αυτά όμως, σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου του εκδότη της Θανάση Καστανιώτη, τα ποιητικά της βιβλία πούλαγαν από 40.000 αντίτυπα(!), αριθμό που μέχρι τότε είχαν πιάσει μόνο ο Ελύτης ή ο Ρίτσος τη μεταπολίτευση!3
Το ποιητικό της έργο κυκλοφορεί σε επτά(7) ποιητικές συλλογές : α) «Τρία κλικ αριστερά»(εκδ. Καστανιώτη, 1978), β) «Ιδιώνυμο» (εκδ. Καστανιώτη, 1980), γ) «Το ξύλινο παλτό» (εκδ. Καστανιώτη, 1982), δ) «Απόντες» (εκδ. Καστανιώτη, 1986), ε) «Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών» (εκδ. Καστανιώτη, 1988), στ) «Νόστος» (εκδ. Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, 1990) και ζ) «Με λένε Οδύσσεια» (εκδ. Καστανιώτη, 2002 / μεταθανάτια έκδοση).

«Στο δρόμο» της ελληνικής δισκογραφίας4

Την πιο ουσιαστική προσέγγιση στην ποίηση της Κατερίνας Γώγου, με την έννοια ότι αποτελεί μια ολοκληρωμένη δισκογραφική πρόταση, αποτελεί ο δίσκος «Στο δρόμο»(LP, COLUMBIA 71155, 1981 & CD, EMI 833664, 1995) σε μουσική Κυριάκου Σφέτσα. Ο δίσκος αυτός αποτελεί το soundtrack της ταινίας «Παραγγελιά»(1980 – Βραβείο καλύτερης μουσικής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης) και η ίδια η Γώγου ερμηνεύει ποιήματά της από τις συλλογές της «Τρία κλικ αριστερά» και «Ιδιώνυμο».
Περιλαμβάνονται τα εξής εννέα(9) ποιήματα : «Η ζωή μας είναι σουγιάδες», «Θέλω να κουβεντιάσω», «Μοναξιά», «Κανείς δεν θα γλυτώσει», «Πάει αυτό ήταν», «Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι», «Καμιά φορά», «Πόσο νωρίς φεύγει το φως», «Θα ’ρθει καιρός».
Αξίζει να “δώσουμε” το λόγο στον ίδιον τον Κυριάκο Σφέτσα, ο οποίος αφηγείται πολύ χαρακτηριστικά το πώς έγραψε τη μουσική για την «Παραγγελιά» και πως μελοποίησε την ποίηση της Κατερίνας Γώγου :
«Κατά τα μέσα του Ιουλίου του ’80 ο Παύλος Τάσιος κι η Κατερίνα Γώγου με καλούν να μιλήσουμε για την ταινία…Βλέπω το υλικό στη μουβιόλα… Την ιστορία του Κοεμτζή την είχα ακουστά μέσα σε άκρες… Αποδέχομαι την πρόταση, παίρνω υπό μάλης τα ποιήματα της Κατερίνας…Έχω στο μυαλό μου και στην οπτική μου μνήμη, όσες εικόνες μπόρεσα να συγκρατήσω από τη μουβιόλα. Στο αναλόγιο του πιάνου τα ποιήματα της Γώγου και είμαι “φτιαγμένος” από την τραγική ιστορία του Κοεμτζή… Γράφω λοιπόν, κάποια αιχμηρά κομμάτια και δυο μπαλάντες, όπου το μπλουζ, το ροκ, η τζαζ κι ο αυτοσχεδιασμός σε ανατολίζουσες και δυτικότροπες εκδοχές συμβιώνουν πονετικά, αλλά πάντα σε μια ρέουσα έξαρση…Όταν επέστρεψα για την ηχοληψία, τους είπα, “έχουμε να κάνουμε με πράγματα που μας πάνε αλλού. Έχουμε να υπηρετήσουμε μια φλόγωση, ένα φοβερό συγκινησιακό πάθος κι ένα πεδίο που στις ρήξεις του δεν υπακούει στα κοινά πλαίσια της λογικής. Κι ο μόνος τρόπος να σταθούμε δίπλα του, είναι να του δοθούμε αισθαντικά…Και να που όλοι μας, από τις πρώτες κιόλας ηχογραφήσεις παθαίνουμε…Η αξέχαστή μου Κατερίνα, αναρχικώς κι ευθέως εκδηλωτική, τρέμει από τη χαρά της…
Η μουσική πρόταση της ταινίας υπεδείκνυε τρόπους εναλλακτικής έκφρασης. Θέλω να πιστεύω πως βοήθησε νεότερους μουσικούς εκείνης της εποχής. Κάποιους που δεν είχαν την τύχη να θητεύσουν και εκτός Ελλάδας. Όμως, έτσι κι αλλιώς, ο μουσικός δημιουργός δεν φτιάχνεται μόνο από τις νότες…
Η Κατερίνα Γώγου εμφανιζόταν, σε ανάλογες με τα ποιήματά της sequences της ταινίας, ως κορυφαία θα έλεγα ενός αόρατου χορού, επιχειρώντας ίσως να σχολιάσει ή και να εξορκίσει το κακό, πότε ταυτισμένη με τη δραματική φιγούρα του τραγικού ήρωα, πότε πιο απόμακρη κι αινιγματική, προσκαλώντας μας σε μια συμμετοχή και την δια μέσου αυτής κάθαρσής μας, αφού έτσι κι αλλιώς μας θεωρούσε όλους υπεύθυνους για το κακό που είχε συμβεί, αναιρώντας μας το δικαίωμα να αποτελούμε σιωπηλή πλειοψηφία, και επιζητώντας να μας πείσει ότι ζούμε όλοι σε μια σάπια, από κάθε πλευρά, κοινωνία, για την οποία φυσικά είμαστε άκρως υπεύθυνοι, χωρίς καμία εξαίρεση.»5.
Το 1990 κυκλοφόρησε η συλλογή «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ 2»(LP & CD, EMI 170323/480752), όπου περιλαμβάνει το κομμάτι «Θέλω να κουβεντιάσω», που το ερμηνεύει η Κατερίνα Γώγου, από το LP «Στο δρόμο», το οποίο το 1995 κυκλοφόρησε και σε CD από την EMI.
Το 1998 κυκλοφόρησε το CD των “Magic De Spell” «Τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών»(FM RECORDS 458). Στη δισκογραφική αυτή δουλειά του γνωστού ελληνικού ροκ συγκροτήματος εμπεριέχεται και το τραγούδι «Εμένα οι φίλοι μου» σε ποίηση Κατερίνας Γώγου από τη συλλογή της «Τρία κλικ αριστερά».6
Τέλος, το 2001, κυκλοφόρησε από τη MINOS η κασετίνα «70 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ», στην οποία υπάρχει και δεύτερο κομμάτι από τη δουλειά «Στο δρόμο», πάλι με ερμηνεύτρια τη Γώγου, συγκεκριμένα το «Θα ‘ρθει καιρός».

Το τέλος7

Είμαι ένα κομματάκι τ’ ουρανού
Τετράγωνο, ολομόναχο, φωτισμένο.
Κατερίνα Γώγου

«Η Κατερίνα ήταν μια ταραγμένη ψυχή. Ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς σε διωγμό. Μια λέξη μπορούσε να την πληγώσει, μια κίνηση να την ταπεινώσει. Δυο μήνες πριν πεθάνει την συνάντησα τυχαία. Ήταν γερασμένη, σαν μάγισσα από παραμύθι, με άσπρα μαλλιά, ατημέλητη, με βραχνή φωνή…Η Κατερίνα πέθανε αγρίμι όπως έζησε και σαν αγρίμι.».
Νίκος Κούνδουρος
Σκηνοθέτης

«Το τελευταίο χρόνο ένιωθε πως είχε κλείσει ο κύκλος της. Τις τρεις τελευταίες μέρες γύρισε στο σπίτι που μεγάλωσε, στης γιαγιάς, στο Μεταξουργείο. Μπήκε μέσα στο χαμό…».
Μυρτώ Τάσιου
κόρη της Κατερίνας Γώγου

Η Κατερίνα Γώγου έκλεισε ποιητικά τον βίο της. Επέλεξε να έχει μια ροκ – εν – ρολ αυτοκτονία. Αυτοκτόνησε, παίρνοντας χάπια, στις 3 Οκτώβρη του 1993, σε ηλικία 53 χρονών.


Τάσος Π. Καραντής
tkaranti@otenet.gr

27 Οκτωβρίου 2007

Ο Δήμος Μούτσης στο Δεύτερο Πρόγραμμα 103.7



ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΣΤΙΣ 8 ΤΟ ΒΡΑΔΥ !



Τα τραγούδια του πολλά και πασίγνωστα. Οι επιτυχίες δεκάδες. Μελοποίησε ποίηση, ανέδειξε τραγουδιστές, συζητήθηκε για την πορεία και τη συνολική στάση ζωής του στο τραγούδι.

Τώρα μετά από αρκετά χρόνια , ο Δήμος Μούτσης έρχεται στο Δεύτερο , σε μια συζήτηση με τον Πάνο Χρυσοστόμου.


Και μιλά μεταξύ άλλων για :


-Τη γνωριμία του με τον Μάνο Χατζιδάκι , το Νίκο Γκάτσο, τη συνεργασία του με τους Κώστα Τριπολίτη, Μάνο Ελευθερίου και Λευτέρη Παπαδόπουλο

-Τα τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη που άλλαξαν τη ζωή του.

εξηγεί :

-Γιατί ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι σπουδαίος και δεν συμπαθεί τον Στέλιο Καζαντζίδη...

-Πως ξεκίνησε να τραγουδά ο ίδιος τα τραγούδια του…

-Τι γνώμη έχει για τα σημερινά τραγούδια και τη σημερινή δισκογραφία…

και επισημαίνει…

-Ποιος είναι ο μεγάλος μας συνθέτης που «μαζεύει με τα φτυάρια τα χρήματα»…

-Ποιος είναι ο καλλιτέχνης που δε σεβάστηκε την ίδια του την πορεία και πηγαίνει πάντα όπου τον …καλούν…

-Ποια είναι η τραγουδίστρια που έγινε … «επίτροπος» ; Αλλά και ποια τον εξέπληξε στην πορεία με την εξέλιξη της…

-Ποιος γνωστός τραγουδιστής, αν και διασκεύασε τραγούδι του, δεν τον έπεισε καθόλου…


Ο Δήμος Μούτσης σε μια συνέντευξη – ποταμό

στον Πάνο Χρυσοστόμου, που θα συζητηθεί !

Την Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2007 στις 8 το βράδυ από το Δεύτερο πρόγραμμα 103,7

Συντονιστείτε….

19 Οκτωβρίου 2007

Συνέντευξη του Νίκου Ανδρουλάκη στο Μετρονόμο (τεύχος 21)






NIKOΣ ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ

«Σήμερα για να μπεις στο τραγούδι πρέπει να σε θέλει ο φακός»

του Θανάση Συλιβού


Το όνομα του τραγουδιστή Νίκου Ανδρουλάκη ίσως να είναι άγνωστο στους περισσότερους. Με αργά αλλά σταθερά βήματα κλείνει σχεδόν μια εικοσαετία στη δισκογραφία. Αυτό που τον κράτησε και συνεχίζει να τον κρατάει μέχρι σήμερα στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού, εκτός από την εξαιρετική φωνή του είναι και η συνολική παρουσία του ως καλλιτέχνη που έχει να κάνει με την προσωπικότητα που διαθέτει, την εικόνα που δίνει στις εμφανίσεις του αλλά και τις επιλογές του.
Από τις παρέες με τους αγαπημένους φίλους του στην Κρήτη βρέθηκε να τραγουδά σε επιλεγμένα μαγαζιά, σε συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό και να συνεργάζεται με σπουδαίους συνθέτες της ελληνικής μουσικής.
Προτίμησε να έρθει στο γραφείο του Μετρονόμου για τη συνέντευξη. «Έχω το σκοπό μου» μου είπε. Όταν βρεθήκαμε έφερε ρακί, γραβιέρα και παξιμάδια. Κεραστήκαμε και αρχίσαμε την κουβέντα.




Να ξεκινήσουμε από την…αρχή. Πες μας για την καταγωγή σου, για τα στοιχεία που συνέθεσαν την προσωπικότητα σου σαν καλλιτέχνη.

Γεννήθηκα σ΄ ένα όμορφο και ιστορικό χωριό το Αβδού, 38 χιλιόμετρα έξω από το Ηράκλειο. Από μικρός είχα την απόλυτη συμπαράσταση του πατέρα μου, της μάνα μου αλλά και των παππούδων μου. Ο ένας παππούς ο Δημήτρης ψάλτης, ο άλλος ο Νικόλας καλλίφωνος και η μάνα μου ΄΄μαγική εικόνα΄΄ πάνω από τη κούνια μου να με νανουρίζει. Ο πατέρας μου λυράρης και το πρώτο άκουσμα η ΄΄γλυκιά του δοξαριά΄΄, αργότερα από τα ραδιόφωνα και τα πρώτα κασετόφωνα ο Στέλιος Φουσταλιεράκης, ο Μπαξεβάνης ΄΄Όσο βαρούν τα σίδερα΄΄,΄΄ Πονεμένη καρδιά΄΄, ο Θανάσης Σκορδαλός ΄΄Μόνο εκείνος π΄ αγαπά΄΄, ΄΄Συ με έμαθες πως αγαπούν΄΄, ο Κώστας Μουντάκης ΄΄Ήμουν παιδί και γέρασα΄΄, ΄΄ Αχ αυτός ο αργαλειός σου΄΄ ο Γιώργος Καλομοίρης ΄΄Εικόνισμα μου σ΄ έβαλα΄΄, ο Νίκος Μανιάς ΄΄Νυχτοπούλι κάθ΄ αργά΄΄, ο Σπύρος Σηφογιωργάκης ΄΄Ο φάρος΄΄ και αμέσως μετά ο Ξυλούρης ΄΄Η αφυφαντού΄΄, ΄΄Καυγάδες με το γιασεμί΄΄, ο Χαράλαμπος ΄΄Ο ναυαγός΄΄,΄΄ Είναι βαρύς ο πόνος μου΄΄ κ.ά. Οι παρέες, τα γλέντια και οι καντάδες, στην ΄΄Κρήτη των άστρων΄΄, τις νύχτες του καλοκαιριού μέχρι να ξημερώσει. Ωραία χρόνια!

Να θυμηθούμε την πρώτη φορά που τραγούδησες μπροστά σε κόσμο;

Ήμουν 12 χρονών όταν πήρα για πρώτη φορά μικρόφωνο στα χέρια μου, σε γλέντι που έπαιζε λύρα ο πατέρας μου και λαούτο ο Γιάννης Χατζάκης. Με φώναξε από το μικρόφωνο και είπα ένα τραγούδι από του Γιάννη Μαρκόπουλου και του Κ.Χ. Μύρη από τον δίσκο Χρονικό. Είχα πολύ άγχος, αλλά από κάπου πήρα δύναμη, ίσως από την ματιά της αδελφής μου, που με παρακολουθούσε με αγωνία. Αυτό ήταν, η αρχή είχε γίνει.

Πώς ήταν τα πρώτα χρόνια που ήρθες στην Αθήνα οριστικά;

Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα ήταν δύσκολα, γιατί δεν ήξερα και δεν με ήξερε κανένας. Γνώριζα όμως από την Κρήτη, τον Γιώργο Σταυριανό και με πήρε σε συναυλίες, που έκανε εδώ στην Αθήνα, αλλά και στην Κρήτη. Αυτά το καλοκαίρι του ΄85 και τον Νοέμβριο, πηγαίνω σε ένα μαγαζί στην Καλλιθέα, που λεγόταν Σταυροδρόμι. Αυτή ήταν η πρώτη μου δουλειά στην Αθήνα. Μετά πήγα σε ένα μικρό χώρο πάλι στην Καλλιθέα στην οδό Δημοσθένους. Εκεί έπαιζε πιάνο ο Γιώργης Θεοχαρόπουλος και μετά από λίγα χρόνια έγραψε τη μουσική για τον πρώτο μου δίσκο. Τον επόμενο χειμώνα πήγα σ΄ ένα ωραίο κέντρο, που δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα, στου ΄΄Σαμπάνη΄΄, με τον Γιάννη Καλατζή, τον Στέλιο Βαμβακάρη, την Γιώτα Βέη και την Χαρά Πομώνη και μετά στο Γαλάτσι, στην ΄΄Πηγή του ρεμπέτικου΄΄ του Γιώργου Μιχελουδάκη. Αργότερα πήγα σε συναυλίες με τον Γ. Μαρκόπουλο, τον Λίνο Κόκοτο, μετά ήρθαν οι πρώτες συμμετοχές σε δίσκους ΄΄Κρητών έπος’’, σε ενοργάνωση Χριστόδουλου Χάλαρη, ΄΄Ζωγραφιές και Χρώματα΄΄, ήρθε και ο πρώτος προσωπικός δίσκος ΄΄ Ένα φεγγάρι δρόμος ΄΄ το ΄95 σε μουσική Γιώργου Θεοχαρόπουλου και στίχους Ηλία Κατσούλη και Γιάννη Τζουανόπουλου. Tο νερό είχε μπει πια, στο αυλάκι…

Ξεχωρίζεις κάποιο σταθμό που ήταν σημαντικός στη μέχρι σήμερα πορεία σου;

Οι συνεργασίες που έχω κάνει μέχρι σήμερα πολλές. Αρκετές δε από αυτές, πιστεύω ότι ήταν πολύ σημαντικές. Αν ξεχωρίσω μόνο μία, θα ΄ταν άδικο. Πάντως είναι γεγονός, ότι η έκδοση του πρώτου δίσκου, ενός τραγουδιστή είναι κάτι το αξεπέραστο και από ‘κει παίρνεις δύναμη, για να είσαι στο δρόμο της συνεχούς αναζήτησης.

Στις εμφανίσεις σου η μουσική παράδοση της Κρήτης έχει πάντα χώρο. Τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που την κρατάει ζωντανή;

Ο πλούτος της μουσικής παράδοσης της Κρήτης, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και άλλων περιοχών της Ελλάδας είναι αξιοθαύμαστος. Άξια θαυμασμού είναι όμως και η συνέχεια της. Σήμερα βλέπουμε νέους μουσικούς να την μεταφέρουν, σαν κάτι πολύτιμο, χωρίς να αλλοιώνουν βασικά χαρακτηριστικά της. Τώρα εκείνο που κρατάει την Κρητική παράδοση, κατά την γνώμη μου, είναι η ζωντανή παρουσία του πολιτισμού, μέσα από την μουσική και κυρίως από την μαντινάδα.
Επίσης ένα άλλο σημαντικό είναι, ότι οι σχολές εκμάθησης παραδοσιακών οργάνων, από την Κρήτη μέχρι την Θράκη, είναι γεμάτες από μικρά παιδιά, που μαθαίνουν λύρα, λαούτο, κλαρίνο, κανονάκι, σαντούρι, βιολί, φλογέρα, νταούλι κ.ά. Σε λίγα χρόνια, σ΄ αυτά τα μικρά παιδιά, θα αναζητήσουμε την συνέχεια της παράδοσης και του μουσικού μας πολιτισμού.

Ξεχωριστή στιγμή στη δισκογραφία σου ΄΄Τα Τιμαλφή΄΄, μια δουλειά με παραδοσιακά κομμάτια του τόπου σου. Μίλησε μας λίγο γι΄ αυτό το δίσκο.

Ο δίσκος αυτός, που κυκλοφόρησε το 2001, περιέχει δεκατέσσερα τραγούδια. Τα εννιά από αυτά είναι παλιά κρητικά και τα πέντε καινούργια. Τους στίχους σ΄ αυτά τα πέντε, έγραψε ο Ηλίας Κατσούλης και τους μελοποίησαν ο Γιώργος Καλομοίρης, ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, ο Μιχάλης Αλεφαντινός ,ο Μανώλης Ανδρουλάκης και ο Νίκος Καραβιράκης. Την ενορχήστρωση έκανε ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης. Ο δίσκος αυτός είναι το καταστάλαγμα της ψυχής μου, είναι πολύτιμος και μέσα από τα τραγούδια του αποτυπώνονται, οι πόθοι και οι προσδοκίες μου.

Βέβαια δεν στέκεσαι μόνο σ΄ αυτό το είδος τραγουδιού. Το ρεπερτόριο σου, σε συναυλίες και δίσκους, αγκαλιάζει τόσο το έργο σπουδαίων Ελλήνων συνθετών όσο και νέων δημιουργών.

Αγαπώ το παραδοσιακό τραγούδι, γιατί μ΄ αυτό μεγάλωσα, αλλά δεν θά ‘θελα να αδικήσω και το «έντεχνο», που με συγκινεί εξ΄ ίσου, γιατί έχει μέσα του ωραία στοιχεία τέχνης. Γι΄ αυτό και στις συναυλίες και στους δίσκους αλλά και στις μουσικές σκηνές που εμφανίζομαι, λέω τραγούδια που έχουν αφήσει εποχή, αλλά και αρκετά καινούργια, που ελπίζω ότι θα αντέξουν στον χρόνο και θα αφήσουν τα σημάδια τους. Δεν ξέχασα και δεν θα ξεχάσω ποτέ τα τραγούδια που έχουν γράψει σπουδαίοι συνθέτες, ποιητές και στιχουργοί, γιατί όπως λέει και ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης ΄΄Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν, είναι σαν να σβήνεις ένα αντίστοιχο κομμάτι απ΄ το μέλλον΄΄.

Ποια είναι η σχέση σου με την ΄΄πατρίδα΄΄ το Ηράκλειο.

Το Ηράκλειο είναι η πόλη που με μεγάλωσε, έζησα τα χρόνια μου, τα μαθητικά και τα εφηβικά, μου έχει χαρίσει πολλές συγκινήσεις και έχω μεγάλη ανάγκη να πηγαίνω όσο πιο συχνά μπορώ, να συναντώ τους δικούς μου και τους φίλους μου. Το Ηράκλειο αποτελεί πια σημείο αναφοράς για τη ζωή μου. Θα αφιερώσω και ένα στίχο του Ηλία Κατσούλη που έχει μελοποιήσει ο Γιώργος Αρσενίδης και είναι στον δίσκο μου «Μυθικά καράβια».
΄΄Του Κρητικού πελάγους παλιά πειρατικά
με φέρανε κοντά σου καράβια μυθικά
του πρίγκιπα τα κρίνα στα χέρια μου κρατώ
του Ηρακλείου δρόμους για σένα περπατώ΄΄.

Τα Μυθικά καράβια έπιασαν τελικά… λιμάνι;

Ήταν ένας δίσκος που αγαπήθηκε από τον κόσμο, έπιασε λιμάνι στις καρδιές τους. Δυστυχώς δεν τον βλέπουμε πια στις προθήκες των δισκοπωλείων… Σε αυτό το δίσκο συνεργάστηκα με τον Παντελή
Θαλασσινό και τον Γιώργο Αρσενίδη που έγραψαν τη μουσική και τον Ηλία Κατσούλη, τον Αντώνη Πετράτο και τον Κώστα Τσούτσα που έγραψαν τους στίχους . Ένας δίσκος με σημαντικά τραγούδια από τα οποία ξεχώρισαν «Του παραδείσου λεμονιά», «Τ΄ ασήμι και το βυσσινί»
«Τα ωραία», «Δεν είναι ο έρωτας καπνός».



Πώς θα χαρακτήριζες τη σχέση καλλιτέχνη-κοινού;

Είναι σαν μια μικρή ιστορία, που από τη μια τη διηγείται ο καλλιτέχνης στο κοινό και από την άλλη, το κοινό στον καλλιτέχνη. Οι μικρές αυτές ιστορίες έχουν ομορφιά και έχουν τον τρόπο να μαγεύουν τις αισθήσεις. Στο τέλος η σχέση κοινού και καλλιτέχνη καταλήγει, σε μια κορύφωση ενθουσιασμού. Ενθουσιασμού που είναι αποτέλεσμα αισιοδοξίας.

Τι είναι αυτό που ξεχωρίζεις σ΄ ένα τραγουδιστή;

Πρώτα τη φωνή και την έκφραση, μετά αν έχει τον τρόπο, να σου μεταδώσει αυτό που ερμηνεύει και το πιο σημαντικό τις επιλογές του.

Αρκετοί υποστηρίζουν ότι το τραγούδι είναι ένα, δεν υπάρχουν όπως λένε «όχθες», όλα δηλαδή στο ίδιο τσουβάλι. Εσένα ποια είναι η γνώμη σου;

Εγώ είμαι με αυτούς, τους επίσης αρκετούς που λένε το αντίθετο. Φυσικά και υπάρχουν «όχθες», αλλά αν δεν τους αρέσει ο όρος, να τον πουν όπως αλλιώς θέλουν. Πες μου, ποιο σημερινό σουξεδάκι, τολμάει να μπει δίπλα στα αριστουργήματα του χθες αλλά και του σήμερα της ελληνικής μουσικής;

Τελευταία έχουμε δει διάφορες ετερόκλητες συνεργασίες τόσο σε επίπεδο δισκογραφίας όσο και σε ζωντανές εμφανίσεις. Εσένα ποια είναι η γνώμη σου;

Ειλικρινά, δεν ξέρω τι συμβαίνει. Εγώ τις ερμηνεύω ως κινήσεις πανικού. Σήμερα βλέπεις καλλιτέχνες με ιστορία, να συνεργάζονται με άλλους, που πριν από μερικά χρόνια τους στόλιζαν με διάφορα του τύπου ΄΄ατάλαντοι΄΄, ΄΄μετριότητες΄΄. Τι άλλαξε από τότε μέχρι σήμερα, ας μας το πουν οι ίδιοι. Πιστεύω ότι μια ΄΄ηλίθια΄΄ κίνηση είναι ικανή να σβήσει μια αξιόλογη πορεία.

Σε μια συνέντευξή του ο Πάνος Κατσιμίχας είχε πει ότι «παλιότερα με λιγότερα μέσα ενημέρωσης, το τραγούδι έφτανε πιο εύκολα στο κοινό, ενώ σήμερα με πληθώρα μέσων γίνεται το αντίθετο». Αν συμφωνείς, γιατί νομίζεις ότι συμβαίνει αυτό;

Συμφωνώ απόλυτα. Ξέρεις τι γίνεται, αρκετοί τραγουδιστές, βγάζουν δίσκους αλλά δεν τους αφήνουν να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό, που είναι οι καρδιές των ανθρώπων. Πριν καλά-καλά κλείσουν τον κύκλο τους, νάσου και ο άλλος. Αυτό μάλλον συμβαίνει, γιατί αν δεν βγάλουν δίσκο κάθε έξι μήνες ή ένα χρόνο, δεν μπορούν να σταθούν πουθενά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η αγορά να πνίγεται από νέες κυκλοφορίες, οι τηλεοράσεις να βαράνε στο «δόξα πατρί» και ο κόσμος σε πλήρη σύγχυση. Άσε το άλλο, που με ένα δελτίο τύπου και καμιά τριανταριά διαφημιστικά, ο δίσκος γίνεται πλατινένιος!!! Σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τις πραγματικές πωλήσεις ενός δίσκου.

Ποια είναι η καθημερινή σου σχέση με τη μουσική;

Η σχέση μου με τη μουσική είναι αληθινή και γνήσια. Η μουσική βάζει χρώμα στη ζωή μου, με συγκινεί και μου δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ονείρου.

Είναι δύσκολο σήμερα να ανοίξουμε νέους δρόμους στο τραγούδι;

Πάντα υπήρχαν δυσκολίες για κάτι το καινούργιο. Όμως αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Εγώ σήμερα βλέπω νέα παιδιά, που ψάχνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Επειδή όμως δεν υπάρχει προβολή, πρέπει να ψάξει κανείς για να βρει αυτά που μας προτείνουν μέσα από τις δισκογραφικές τους δουλειές. Ξέρεις, την εποχή που ξεκινούσα εγώ την ΄΄σπρωξιά΄΄ για να μπεις στο χώρο σου την έδιναν οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γείτονες. Τώρα πρέπει να σε θέλει που λένε…ο φακός.

Να υποθέσουμε ότι είσαι στην αναζήτηση υλικού για τον επόμενο δίσκο;
Μετά το « Ένα κομμάτι ουρανό» σε μουσική του Γιώργου Δεσποτίδη και σε στίχους του Ηλία Κατσούλη, αυτή την εποχή προετοιμάζω, την επόμενη δισκογραφική μου δουλειά. Ωστόσο πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε ο δίσκος «Στο Νότο έρωτας φυσά» σε μουσική του Γιάννη Νικολάου, στον οποίο συμμετέχω με τέσσερα ακριβά! τραγούδια.

Σ΄ ευχαριστώ πολύ.

Και εγώ σ΄ευχαριστώ, από καρδιάς, για τη φιλοξενία στο Μετρονόμο.



Σχεδόν 20 χρόνια στην δισκογραφία



Σε λίγο ο Νίκος Ανδρουλάκης κλείνει 20 συναπτά χρόνια στην δισκογραφία. Διόλου αμελητέο, όχι μόνο για κάθε εποχή και καλλιτέχνη, αλλά και ιδιαίτερα τώρα που το μεγαλύτερο θαύμα διαρκεί στην Ελλάδα το πολύ πέντε μέρες, και στο τραγούδι ο πληθωρισμός πλήττει κυρίως τους τραγουδιστές. Προλαβαίνω την εύλογη ένσταση, ότι αν ρωτήσουμε σήμερα τον μέσο εγκέφαλο, τον τηλεοπτικά σαπουνισμένο, ποιος είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης, μπορεί και να πάρουμε την απάντηση των δημοσκοπήσεων «δεν ξέρω, δεν απαντώ».
Γι’ αυτό ακριβώς ο Νίκος συνεχίζει δυο δεκαετίες απτόητος την δισκογραφική του πορεία. Γιατί αποδέσμευσε όχι μόνο την δισκογραφία αλλά από την πρώτη στιγμή και συνολικά την καριέρα του, από τον τηλεοπτικό θόρυβο, από το εφήμερο σουξεδάκι που δεν κλείνει εξάμηνο. Πολύ είπα, τα πιο πολλά φεύγουν ασαράντιστα! Όχι πως αδιαφορεί για την δημοσιότητα. Αυτό θα ήταν μέγιστο ψέμα, ακόμα και αν το πει ο πιο ασήμαντος, ή ο διασημότερος. Όποιος είναι κοντά του βλέπει με τι κόπο και πόσο προσεκτικά ο Νίκος Ανδρουλάκης χτίζει το πορτρέτο του.
Θέτει όμως αυστηρά κριτήρια και προτεραιότητες, που φαίνονται ιδιαίτερα στην δισκογραφία, σε κάνει να τον εκτιμάς σαν καλλιτέχνη αφού όλα αυτά καθρεφτίζονται στο έργο του. Περίπου μια ντουζίνα δίσκοι, με συμμετοχές, μα και προσωπικοί στους οποίους ιδιαίτερα θέλω να σταθώ όχι μόνο για τον αυτονόητο λόγο ότι αυτοί συνήθως συνιστούν την προσωπογραφία κάθε καλλιτέχνη, αλλά και επειδή υπερβαίνουν την συνήθη νοοτροπία του βάζω ένα ή δυο σουξέ και από εκεί και πέρα, όλα τα άλλα είναι γεμίσματα, που ανάθεμα και αν τα ακούσει μια φορά ο αγοραστής- ακροατής.
Οι προσωπικοί δίσκοι του Ν. Ανδρουλάκη χαρακτηρίζονται από την άλλοτε χαλαρή και άλλοτε πιο σφικτή ενότητα, σαν να είναι επιμέρους «κεφάλαια», που καθώς τα ακούς εικονογραφείται άμεσα η προσωπικότητα των δημιουργών, του ερμηνευτή, των εκτελεστών. Θα πείτε: «Πολύ φυσικά κάθε συνθέτης όταν γράφει, αναμετριέται με τον ψυχικό του κόσμο. Έχει σημασία ο τραγουδιστής να λέει άσματα, που συνάδουν με την διάθεση του;» Είναι ένα ακόμα, όχι και τόσο ασήμαντο στοιχείο, το οποίο κάνει μια δουλειά ελκυστική. Επειδή έχουμε μάθει σε δίσκους με κραυγαλέα αταίριαστα τραγούδια, δεν σημαίνει ότι ο τραγουδιστής δεν ερμηνεύει με την φωνή του ρόλους. Όταν οι συντελεστές του δίσκου συντονιστούν συναισθηματικά, προκύπτει σχετικά διαχρονικό έργο.

«Ένα φεγγάρι δρόμος», «Μυθικά καράβια», «Τα τιμαλφή», «Ένα κομμάτι ουρανό», οι προσωπικοί δίσκοι του Ανδρουλάκη. Είναι λίγοι για τόσο μακρόχρονη καριέρα; Δεν διακατέχεται από την πρεμούρα των περισσότερων σύγχρονων τραγουδιστών, να κυκλοφορούν πάση θυσία κάθε χρόνο ένα δίσκο. Για συνθέτη αυτό μπορεί να είναι απλώς ανεκτό, μα για τραγουδιστή ολέθριο. Αν όμως, παρόλα αυτά ο τραγουδιστής μένει στην σκηνή και δεν πάει σπίτι του, αν έχει κοινό με σχετικά λίγους δίσκους, τότε σημαίνει ότι μετράνε αυτός και τα τραγούδια που στόλισε με την φωνή του.
Σήμερα ο ακατάσχετος πληθωρισμός στην δισκογραφία πλήττει ιδιαίτερα τους τραγουδιστές, όχι μόνο γιατί σπανίζει το αξιόλογο έργο, αλλά και γιατί οι εταιρείες βγάζουν τον δίσκο κάποιου πρωτοεμφανιζόμενου τραγουδιστή και μετά, ανεξάρτητα αν έχει απήχηση ή όχι, «να περάσει ο επόμενος». Περιμένουν πολλοί… Ύστερα, έχει καταργηθεί ο σεβασμός προς τους ερμηνευτές, που με την φωνή χαρακτηρίζουν ένα τραγούδι. Τώρα αν πιάσει εμπορικά το κομμάτι, το λένε όλοι, το δισκογραφούν όπως (δεν) μπορούνε.
Και από αυτήν την άποψη έχει σημασία η πορεία του Ανδρουλάκη, που είναι επίμονος δουλευτής, ψάχνει διαρκώς να βρει καλά τραγούδια, και αυτά τα βρίσκει, ή τον βρίσκουν (δεν έχει και μεγάλη σημασία) και με την μορφή των συμμετοχών στην δισκογραφική δουλειά. Πάρτε παράδειγμα τον τελευταίο δίσκο του Γιάννη Νικολάου «Στο νότο έρωτας φυσά», ο Ν. Ανδρουλάκης ερμηνεύει τέσσερα όμορφα τραγούδια. Ο συνθέτης πατάει, δουλεύει στην κρητική μουσική και ανάμεσα στο κάτι που θυμίζει και στις καινούριες αναζητήσεις, «πετιέται» ο «Λογισμός», κατά την γνώμη μου το καλύτερο τραγούδι του δίσκου (στίχοι Χαρούλας Βερίγου), χωρίς να υστερούν «Της Παναγιάς η μέρα», «Ας ήμουν», κλπ.
Η συνεργασία με άξιους δημιουργούς, όπως ο Π. Θαλασσινός, ο Γ. Αρσενίδης, ο Γ. Δεσποτίδης, κ.ά., η πολυσυλλεκτικότητα των δίσκων δίνει άλλη ποιοτική διάσταση, χωρίς να διαταράσσει την όποια ενότητα του έργου. Ευτύχησε ο Ανδρουλάκης να συνεργαστεί με τον στιχουργό Ηλία Κατσούλη, ο οποίος ανανέωσε τα τελευταία χρόνια το στίχο στο λαϊκό ελληνικό τραγούδι, το μπόλιασε με την δική του κοινωνική διάσταση, χωρίς να υπολείπεται σε ευρηματικότητα και ομορφιά.
Δεν πιστεύω να υπάρχει απορία, γιατί γράφονται όμορφα τραγούδια, τα οποία είναι προορισμένα να έχουν σχετικά μικρό κοινό; Δεν φταίνε τα τραγούδια, αλλά το κοινό. Οι δημιουργοί και οι εκτελεστές κάνουν το κέφι, το δικό τους και της παρέας τους. Άνθρωπος της παρέας μας ο Νίκος Ανδρουλάκης πάντα τρέχει πρόθυμα όταν είναι να περάσουμε καλά. Από το 1980, όταν ακόμα μαθητής της Γ’ λυκείου έπαιρνε μέρος στο «Να η ευκαιρία» της κρατικής ΕΡΤ. Αλήθεια, πόσα από τα ψώνια των σημερινών κατ’ ευφημισμόν τηλεοπτικών «ακαδημιών τραγουδιού», θα κρατάνε μικρόφωνο και θα γράφουν δίσκους μετά 20 χρόνια; Βλέπετε, η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, εκτός από την παρέα, που πάντα γλεντώντας το μεράκι της δίνει έργο. Απλό μέλος της παρέας ο Νίκος Ανδρουλάκης, ψάχνει διεξοδικά, πλην όμως χωρίς άγχος, τα… τιμαλφή για τον καινούριο του δίσκο.

ΗΛ. Β. ΚΑΠ.

04 Οκτωβρίου 2007

τεύχος 26 (2007) - Φοίβος Δεληβοριάς



Τεύχος 26 Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2007

Περιεχόμενα

Ακριβές στιγμές: «Την εκπομπή προσφέρουν…», του Ηλία Κατσούλη
Μεταξύ των άλλων…
Εντυπώσεις από την «Ιδαία» του κύριου Νίκου!, του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Μιχάλης Τερζής, του Τάσου Π. Καραντή
Η μορφή της Παναγίας στους στίχους του Νίκου Γκάτσου, του Σταύρου Γ. Καρτσωνάκη
Μιχάλης Παπανικολάου, της Τούλας Καρώνη
Για τον Πάνο Γεραμάνη, του Φώντα Λάδη
Ευγένιος Σπαθάρης, του Χάρη Κόντου
Μιχάλης Παπανικολάου, της Τούλας Καρώνη
Φοίβος Δεληβοριάς, της Μαριάνθης Πελεβάνη
Dasho Kurti, του Aλέξη Βάκη
Αρμενο-ελληνικοί παραλληλισμοί του χορού Γετ ου αράτσ, της Ναΐρας Κιλιτσιάν
Ευάγγελος Σωφρονίου του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Λάκωνες μουσικοί στην Αμερική, του Ηλία Δ. Μπαρούνη
Τα μάτια και τα φρύδια στο λαϊκό μας τραγούδι, του Ανδρέα Καρζή
Από τη ζωή της Σμύρνης: Ο Κοκκινάκης, του Κρικόρ Ζοχράπ (1891)
Η Ελλάδα φάλτσα ζει, του Θόδωρου Βαλσαμίδη
Eurovision 2007 ή αν θέλετε η Μαρία η άσκημη, του Γιώργου Καλαντζή
Πίσω από τα όργανα: Κώστας Σταματάκης, του Γιώργου Αλτή
Ανθολόγιο μουσικών αισθημάτων από την ελληνική πεζογραφία:
Το τραγούδι στα δραματικά συμβάντα της ζωής, , επιμέλεια: Ηλίας Κατσούλης
Ακροάσεις

ΕΝΘΕΤΟ
Εξώφυλλά, μουσικές και αναμνήσεις από τις 45 στροφές
Τα λαϊκά (β΄ μέρος)

30 Σεπτεμβρίου 2007

Συναυλία Σωκράτη Μάλαμα - Αλκίνοου Ιωαννίδη

Για το Στέφανο

«Είπα να φύγω σ΄ άλλη γη, μα της αγάπης η πληγή δεν κλείνει με τσιρότα» λέει σε ένα στίχο του ο Άλκης Αλκαίος σε μουσική Σωκράτη Μάλαμα.
Για να κλείσουν οι πληγές του φίλου ηχολήπτη Στέφανου Μπάμπη, ο οποίος νοσηλεύεται ύστερα από σοβαρό εργατικό ατύχημα, ο Σωκράτης Μάλαμας μαζί με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη πραγματοποιούν την Τετάρτη 3 Οκτωβρίου ώρα 9.00 μ.μ. συναυλία στο Κατράκειο Θέατρο, στη Νίκαια.
Τα έσοδα θα διατεθούν για την οικονομική ενίσχυση του Στέφανου, η κατάσταση του οποίου απαιτεί πολύχρονη και δαπανηρή θεραπεία. Οι φίλοι και συνεργάτες του – τεχνικοί και μουσικοί- οργάνωσαν αυτή τη συναυλία, τα έσοδα της οποίας θα διατεθούν αποκλειστικά γι΄ αυτό το σκοπό.
Μαζί του θα είναι οι μουσικοί: Κλέωνας Αντωνίου, κιθάρα, Γιώργος Καλούσης, τσέλο, κρητική λύρα, κρουστά, Σωτήρης Λεμονίδης πλήκτρα, Θάνος Μιχαηλίδης, τύμπανα, Γιάννης Παπατριανταφύλλου, κοντραμπάσο, Νίκος Παραουλάκης νέι, κιθάρα, Κυριάκος Ταπάκης, μπουζούκι, λαούτο.

23 Ιουνίου 2007

Στέλιος Καζαντζίδης - Μετρονόμος (τεύχος 4)



Στέλιος Καζαντζίδης - Ο ανεπανάληπτος

του Κώστα Μπαλαχούτη

Ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι ο σπουδαιότερος Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής, όλων των εποχών. Ένας από τους σημαντικότερους ολόκληρης της υφηλίου. Μια φωνή που ξεπερνά τον χρόνο και την επικαιρότητα και γίνεται "Φαινόμενο", "Θρύλος", που συνεχώς εμπλουτίζεται και ανανεώνεται. Ποτέ άλλοτε λαϊκός καλλιτέχνης δεν αγαπήθηκε και δεν λατρεύτηκε σε τέτοια βαθμό από το κοινό. Ποτέ άλλοτε ερμηνευτής, δεν ταυτίστηκε σε τέτοιο βαθμό με τα προβλήματα και τις ανάγκες των απλών ανθρώπων ώστε να θεωρείται σύμβολο και εκφραστής των ελπίδων και των ονείρων τους. Ενός κόσμου που δεν τον ξεχνάει κι εξακολουθεί καθημερινά να εκδηλώνει τον θαυμασμό του και να φανερώνει την αγάπη του - ακόμα και στις θλιμμένες στιγμές - παρά την τριανταπενταετή αποχή του από τις ζωντανές εμφανίσεις, παρά τις μακρόχρονες δισκογραφικές παύσεις με αποκορύφωμα αυτήν της περιόδου 1975 - 1987, όπου για 12 συνεχόμενα χρόνια δεν κυκλοφόρησε με την φωνή του ούτε ένα καινούργιο τραγούδι.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1931 στην οδό Αλαείας 33, στη Νέα Ιωνία, από γονείς πρόσφυγες. Ο πατέρας του Χαράλαμπος, προέρχονταν από το χωριό Καβάκλιτσα στα Κοτύωρα της Μικράς Ασίας, στον Πόντο, και η μητέρα του Γεσθημανή από την Αλάγια της Κιλικίας. Είχαν έρθει στην Ελλάδα την εποχή του Διωγμού. Γνωρίστηκαν στα «προσφυγικά» Πετράλωνα όπου και διέμεναν και παντρεύτηκαν το 1923. Το νιόπαντρο ζευγάρι εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σαμφράπολη. Ο πατέρας του ήταν περιζήτητος χτίστης. Με βάσανα και κόπους αγόρασαν ένα οικόπεδο και έφτιαξαν το σπίτι τους στη Νέα Ιωνία, σε μια εποχή δύσκολη όπου η Ελλάδα είχε ακόμα ανοικτές τις πληγές από τη Μικρασιατική καταστροφή. Δυο εκατομμύρια πρόσφυγες είχαν προστεθεί σ' ένα πληθυσμό μόλις τεσσάρων. Στις παράγκες στη Νέα Φιλαδέλφεια, στη Νέα Ιωνία, στη Δραπετσώνα, στα Πετράλωνα, στην Καισαριανή, στην Κοκκινιά η προσφυγιά αναστενάζει. Λίγο αργότερα θα ΄ρθεί η δικτατορία του Μεταξά. Ξερονήσια, όπως η Ανάφη, η Φολέγαντρος, φιλοξενούν μια άλλη Ελλάδα που αντιστέκεται και παλεύει για δημοκρατία και ελευθερία.. Στην Κατοχή ο λαός περνάει δύσκολες στιγμές. Το ψωμί είναι λιγοστό και πανάκριβο. Στις Αθήνα περιουσίες ξεπουλιούνται για ένα μπουκάλι λάδι. Οι μαυραγορίτες θησαυρίζουν. Την άνοιξη του 1942 ο Χαράλαμπος Καζαντζίδης παίρνει την οικογένειά του και πηγαίνουν στα Πλατανάκια, ένα χωριό κοντά στα γιουγκοσλαβικά σύνορα όπου έμεναν συγγενείς τους. Εκεί γίνεται υπεύθυνος της Εθνικής Τροφοδότησης Ανταρτών. Μαζί με άλλους μάζευαν διάφορα, ρούχα, παπούτσια, τρόφιμα, φάρμακα και τα έδιναν στους αντάρτες. Όπως λέει ο ίδιος ο Στέλιος «κάτι Γερμανοτσολιάδες προδότες, τον έπιασαν και τον σακάτεψαν στο ξύλο. Με τα χίλια ζόρια πήγαμε στο Κιλκίς κι απο εκεί στην Θεσσαλονίκη. Μπροστά στα μάτια μας οι χαφιέδες τον αποτελείωσαν. Έβγαζε αίμα από παντού, από το στόμα, τη μύτη, τ' αυτιά. Χτύπησαν και την μητέρα μου. Έγκυο γυναίκα».. Απ' την Θεσσαλονίκη παίρνουν το πλοίο κι επιστρέφουν στη Νέα Ιωνία. Ήταν αρχές του ΄45. Οι αριστερές ιδέες του πατέρα του οδηγούν τον μικρό Στέλιο στο αστυνομικό τμήμα της Κηφισσιάς όπου για τρεις ημέρες τον βασανίζουν και τον χτυπούν.. Ο Χαράλαμπος Καζαντζίδης έχει χαρακτηριστεί σαν επικίνδυνος κομμουνιστής. Συλλαμβάνεται ξανά και ξυλοκοπείται αλύπητα. Θα φύγει από την ζωή το 1946. Ο δεύτερος γιος του Στάθης είναι μόλις 12 μηνών. Ο 15άχρονος Στέλιος αναγκάζεται τα δύσκολα εκείνα χρόνια να βγει στη βιοπάλη για να ζήσει την οικογένεια του. Πουλάει κάστανα στη Νέα Ιωνία, νερό με στάμνα στην οδό Αθηνάς, τσιγάρα στην Ομόνοια, και για να μην ξοδέψει το λιγοστό μεροκάματο –γιατί το γκαζοζέν ήταν ακριβό– τα βράδια κοιμάται πάνω στις σχάρες της πλατείας όπου τα μοτέρ που παράγουν ρεύμα εξασφαλίζουν λίγη ζεστασιά. Στη συνέχεια σειρά έχουν τα εργοστάσια. Κλωστήρια, υφαντουργεία ...Βαριά κι ανθυγιεινή εργασία. Στο εργοστάσιο της Λανατέξ, κατά την διάρκεια της εργασίας, όταν σιγοτραγουδά κάποιο σκοπό οι εργάτες σταματούν την δουλειά τους για να τον ακούσουν. Ακόμα και ο εργοστασιάρχης συγκινείται και του χαρίζει μια κιθάρα. Το νερό αρχίζει να μπαίνει στο αυλάκι του. Ο Στέλιος Καζαντζίδης ξεκίνησε την πορεία του από τα ταβερνάκια. Μαζί με φίλους απ' τη Νέα Ιωνία παίζουν και τραγουδούν τα Σαββατοκύριακα κερδίζοντας φαγητό κρασί και λίγο χαρτζιλίκι. Αυτή ήταν η αμοιβή τους. Με το καιρό γίνονται γνωστοί και πηγαίνουν σε γάμους, βαφτίσια και χαρές. Αρχίζουν να χτυπάνε δουλειές και σε άλλες συνοικίες. Ο Καζαντζίδης ξεχωρίζει για το μέταλλο της φωνή του που πατά πάνω στις αναπνοές του Πρόδρομου Τσαουτσάκη, του μεγάλου λαϊκού τραγουδιστή της εποχής. Κάτι που παραδέχεται και ο ίδιος ο Καζαντζίδης. O συνθέτης και μαέστρος Στέλιος Χρυσίνης μπαίνει στη ζωή του και του μαθαίνει την τέχνη και τα μυστικά του τραγουδιού. Ο πρώτος δίσκος που ηχογραφεί, στις 2 Ιουλίου του 1952, είναι το «Για μπάνιο πάω» του Απόστολου Καλδάρα, ένα λαϊκό «αρχοντορεμπέτικο», το οποίο περνάει απαρατήρητο. Κάποιοι υπεύθυνοι στην Columbia θεωρούν ότι η καριέρα του έληξε, πριν ακόμα ξεκινήσει. Χάρη στις προσπάθειες και την επιμονή του Γιάννη Παπαϊωάννου ηχογραφεί τις θρυλικές «Βαλίτσες» σε στίχους Κώστα Μάνεση. Το άστρο του Καζαντζίδη αρχίζει να εκπέμπει το πολύτιμο φως του. Στους κύκλους των μουσικών και στον απλό κόσμο διαδίδεται η φήμη ότι ένας νέος τραγουδιστής που η φωνή του μοιάζει με του Τσαουσάκη τα «λέει καλά». Από εκείνη τη στιγμή η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη: «Έξω απ' άδικο», του Κολοκοτρώνη, «Είδα κι έπαθα κυρά μου», του Χρυσίνη, «Πέφτουν τα φύλλα απ' τα κλαριά», «Θλιμμένο δειλινό» και «Βράδιασε με στο Γεντί Κουλέ», του Μητσάκη, «Η κοινωνία με κατακρίνει», του Καραπατάκη, «Θεσσαλονίκη μου μεγάλη φτωχομάνα», του Χιώτη, «Μακάρι να πεθάνω», του Μπακάλη, «Άσπρο πουκάμισο», του Τσιτσάνη, «Απ' τα ψηλά στα χαμηλά», του Καλδάρα και τόσα ακόμη μεγάλα τραγούδια. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Καζαντζίδης αναδεικνύεται σε απόλυτο πρωταγωνιστή του λαϊκού τραγουδιού και γίνεται ο ιδανικός εκφραστής της ιδιοσυγκρασίας, της ψυχοσύνθεσης των καημών και των παραπόνων ενός ολόκληρου λαού. Των απλών, κατατρεγμένων και αδικημένων ανθρώπων που στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, στην σκληρή δεκαετία του ΄50, προσπαθούν να ορθοποδήσουν, να αλλάξουν τη μοίρα τους. Μετά τον μακρόχρονο δεσμό του με την Καίτη Γκρέυ, και τη συγκριτικά σύντομη σχέση του με τη Σεβάς Χανούμ, γνωρίζει, το 1957, στο κέντρο Πανόραμα, στη Θεσσαλονίκη, τη Μαρινέλλα. Το πρώτο τους ραντεβού γίνεται αμέσως μετά το τέλος του προγράμματος, σε μια βάρκα, όπου ψαρεύουν. Ο Καζαντζίδης έχει γνωρίσει τα μυστικά του ψαρέματος στην Μακρόνησο, όπου παρέμεινε για κάποιο διάστημα στις εκεί Στρατιωτικές Φυλακές, ύστερα από μια σκευωρία που του έστησαν. Η Μαρινέλλα έχει ανάλογες καταβολές... αφού ο πατέρας της είναι ψαράς. Το ψάρεμα λοιπόν, ο κινηματογράφος, το τραγούδι και ο έρωτας τους ενώνουν. Μαζί θα αποτελέσουν το δημοφιλέστερο καλλιτεχνικό ζευγάρι όλων των εποχών. Μια 8ετία δόξας, καθολικής αποδοχής και αναγνώρισης ξετυλίγεται μπροστά τους. Τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφούν μαζί είναι τα «Η πρώτη αγάπη σου είμαι εγώ» και «Νίτσα Ελενίτσα», του Μητσάκη που προκαλούν πάταγο. Η συνέχεια είναι γνωστή: «Το τελευταίο βράδυ μου», «Μαντουμπάλα», «Ζιγκουάλα», «Αυτή η νύχτα μένει», «Είσαι η ζωή μου», «Ό,τι αγαπάω εγώ πεθαίνει», «Εγώ με την αξία μου», κ.ά. «Φεύγω με πίκρα στα ξένα», «Μέσα στο τραίνο Γερμανίας-Αθηνών», «Πικρό σα δηλητήριο είναι το διαβατήριο», «Το ψωμί της ξενιτιάς», «Ένα πιάτο άδειο στο τραπέζι», «Στις φάμπρικες της Γερμανίας και στου Βελγίου τις στοές», «Φεύγει το καράβι»... Όλοι οι μεγάλοι του λαϊκού, τραγούδησαν για τις εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων μεταναστών που γέμιζαν τα τραίνα και τα πλοία. Ο Καζαντζίδης όμως ταυτίστηκε με το «είδος» και μαζί με τους συνεργάτες του δημιούργησε και τραγούδησε κάθε πτυχή και πλευρά της ξενιτιάς και της μετανάστευσης που μάστιζε τη χώρα και άφηνε τα πικρά της σημάδια στις καρδιές και τη ζωή των απλών ανθρώπων, στην ψυχή του λαού. Όπως τραγούδησε, όσο κανείς άλλος, τη μάνα, το φίλο, τον απόκληρο, τον αδικημένο... και τις μεγάλες αλήθειες της ζωής. Όμως, δεν είπε μόνο θλιμμένα τραγούδια ο Στέλιος, ο Στελάρας. Ερμήνευσε και χαρές και έρωτες με το δικό του τρόπο και ήθος. Όπως όμως παραδέχεται κι ο ίδιος το στοιχείο που τον χαρακτηρίζει είναι ο «πόνος». Μια άλλη πτυχή και απόδειξη της μεγάλης γκάμας και της τεράστιας προσωπικότητας του καλλιτέχνη είναι οι συνεργασίες του με τους: Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Λεοντή, Μαρκόπουλο, Κατσαρό, στην δισκογραφία και σε συναυλίες. Και στα «έντεχνα» τραγούδια μεγαλούργησε ο Καζαντζίδης. Έχει αυτό το χάρισμα να προσαρμόζεται μοναδικά στις απαιτήσεις του κάθε τραγουδιού. Η καθάρια άρθρωση του, ο ατέλειωτος όγκος και η ευελιξία της φωνής του, η απέραντη έκταση, η πιστότητα στις χαμηλές και υψηλές νότες και πάνω απ' όλα το έντονο πάθος και τα δύσκολα βιώματα προσδίνουν στην ερμηνεία του διαστάσεις μαγικές, μυθικές, αξεπέραστες. Όπου τραγουδάει παραλύει η κυκλοφορία και τα γύρω κέντρα ερημώνουν. Δέχεται απειλές από τους αντίπαλους καταστηματάρχες. Σε κάποιες περιπτώσεις βγαίνουν πιστόλια. Η ζωή του κινδυνεύει. Αναγκάζεται να έχει στο πλευρό του, σε κάθε βήμα του, μπράβους για προστασία. Παρ' όλα αυτά συνεχίζει τις εμφανίσεις του σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό: Τουρκία, Αμερική, Αυστραλία, Γερμανία... Το 1963 φεύγει απ' την Κολούμπια και πηγαίνει στη Μίνως. Οι επιτυχίες δεν σταματούν: «Τα μουτζουρωμένα χέρια», «Κι αν γελάω είναι ψέμα», «Όση γλύκα έχουνε τα χείλη σου», «Το δικό μου πάπλωμα είναι για δυο άτομα», «Νιώθω μια κούραση βαριά», «Πάρε τα χνάρια μου», «Στο τραπέζι που τα πίνω»... Κάποια στιγμή το 1966, στο χειμερινό Φαληρικόν, του Μαργωμένου, Αχαρνών και Ηπείρου, ενώ τραγουδά ένας πάτος από μπουκάλι μπύρας, περνά ξυστά από δίπλα του. Το ποτήρι έχει ξεχειλίσει. Τα σπασίματα έχουν μπει πια για τα καλά στη νυχτερινή διασκέδαση. Στα λαϊκά κέντρα κυριαρχούν οι γλεντζέδες, που δεν ενοχλούνται απ' τις τιμές που ανεβαίνουν σιγά - σιγά. Οι οικογένειες με τα καροτσάκια με τα μωρά αρχίζουν να αραιώνουν. Οι απειλές από τους άλλους καταστηματάρχες και μπράβους συνεχίζονται. Έτσι ο Στέλιος, που τραγουδάει για το λαό και τη φτώχεια, στα 33 του χρόνια, στον κολοφώνα της δόξας και της δημοτικότητάς του θα σταματήσει, μία κι έξω, τις ζωντανές εμφανίσεις. Λίγο καιρό αργότερα χωρίζει με την Μαρινέλλα και συνεχίζει να δισκογραφεί έχοντας για σεγόντα τη Λίτσα Διαμάντη και την Χάρις Αλεξίου. Με τη Μαρινέλλα θα ξανασμίξουν στην δισκογραφία για τελευταία φορά το 1968 όπου θα ξανακάνουν μεγάλες επιτυχίες: «Μη μου λέτε γι' αυτή», «Στα βράχια της Πειραϊκής», «Απόψε σ' έχω στην αγκαλιά μου», κ.ά. Η κόντρα του Καζαντζίδη με τις εταιρείες, έχει βαθιές ρίζες. Από τα μισά περίπου της δεκαετίας του ΄50, διεκδίκησε δικαστικώς μεγαλύτερα ποσοστά για τους ερμηνευτές και δικαιώθηκε. Το 1961 όταν έληξε το συμβόλαιό του, καμιά μεγάλη εταιρεία δεν τον ήθελε στις τάξεις της. Εκείνος κατέφυγε μαζί με τους συνεργάτες του Καραπατάκη και Κολοκοτρώνη στη μικρή RCA - Victor του Ορφανίδη, όπου χάρη στις επιτυχίες του «ανέβηκε» ξαφνικά. Επιστρέφει θριαμβευτικά στην Κολούμπια κατόπιν ανάκλησης νόμου σχετικά το «ελευθέρας» των καλλιτεχνών που λήγει το συμβόλαιό τους. Το 1966 προσπαθεί να φτιάξει μια νέα τάξη πραγμάτων στο τραγούδι, δημιουργώντας την δική του εταιρία, τη Standard. Παρά τους ικανούς καλλιτέχνες που θα συγκεντρώσει, καθώς και τον πρωτοποριακό εξοπλισμό που διαθέτει, θα αναγκαστεί να διακόψει την λειτουργία της. Γυρνάει στη Μίνως και υπογράφει ένα μοιραίο συμβόλαιο... Παρά τις κόντρες και τις μεγάλες του παύσεις, οι επιτυχίες συνεχίζονται : «Γυρίζω απ' τη νύχτα», «Ο Γυάλινος κόσμος», «Την Παρασκευή το βράδυ», «Πάψε να ρωτάς», «Το δρομολόι της ζωής», «Δακρυσμένη ζητάς την αγάπη μου»... Το 1973 θα έρθουν τα 6 μεγάλα τραγούδια του Άκη Πάνου. «”Η ζωή μου όλη”, είναι ίσως το καλύτερο τραγούδι της καριέρας μου» , θα μου εξομολογηθεί. Μετά την μεταπολίτευση κυκλοφορεί το άλμπουμ Στην Ανατολή, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Περιλαμβάνει σπουδαία τραγούδια, όπως τα: «Άπονες Εξουσίες», «Και δεν μίλησε κανείς», «Στην Ανατολή», που όμως δεν θ' ακουστούν όσο πρέπει, κι αυτό θα είναι το μεγάλο παράπονο του Στέλιου. Την επόμενη χρονιά έρχεται το Υπάρχω, σε συνεργασία με τους Νικολόπουλο και Πυθαγόρα και το Γιώργο Νταλάρα στα σεγόντα. Μια Ελλάδα ολόκληρη τραγουδά μαζί του. Στην πιο μεστή και δυνατή δισκογραφική στιγμή της καριέρας του ο Καζαντζίδης αποσύρεται και από τις ηχογραφήσεις. Η κόντρα του με τη Μίνως, θα γίνει εθνικό ζήτημα. Θα επανέλθει 12 χρόνια αργότερα, το 1987, με ειδική νομοθετική ρύθμιση. Παρά την μεγάλη του αποχή από τα κέντρα και τους δίσκους ο κόσμος όχι μόνο δεν τον ξεχνά αλλά διψά για την φωνή του. Ο πρώτος του δίσκος με τίτλο Στον δρόμο της Επιστροφής, ξεπερνά σε πωλήσεις –μόνο στην ελληνική αγορά– τις 200.000 χιλιάδες αντίτυπα. Ο Καζαντζίδης από το 1987 μέχρι σήμερα συνέχισε να ερμηνεύει αυτά που πιστεύει ότι εκφράζουν αυτόν και αυτούς που τον αγαπούν, που αναπνέουν και ονειρεύονται με τα τραγούδια του. Δεν πρόδωσε ποτέ το ρεπερτόριο του, την κοινωνική θεματολογία του, δεν σταμάτησε να τραγουδά τον ανθρώπινο πόνο, τα προβλήματα, τις ανάγκες, τις μικρές χαρές της ζωής. Άλλωστε ξέρει καλά που απευθύνεται και γιατί. «Τραγουδώ τον πόνο για να απαλύνω τον πόνο των άλλων», μου είπε. Και ακόμη: «Αυτή η εποχή είναι πιο σκληρή και από την Κατοχή. Τότε είχαμε μόνο έναν εχθρό, ξέραμε ποιος είναι και πώς θα τον αντιμετωπίσουμε». Μεγάλες κουβέντες από ένας μεγάλο καλλιτέχνη και άνθρωπο. Κι επειδή όπως μου έλεγε χαρακτηριστικά «Το πολύ και το καθόλου βλάπτουν», σταματώ εδώ τη μικρή αυτή παρουσίαση της ζωής και του έργου του κορυφαίου Έλληνα τραγουδιστή όλων των εποχών, του αληθινά σπουδαίου και αξεπέραστου Στέλιου Καζαντζίδη, του Στελάρα μας. Τα λόγια του Γιώργου Ζαμπέτα, μέσα από την αυτοβιογραφία του, είναι ο ιδανικός επίλογος: «Λέγανε παλιά οι οικογένειες, πήγαινε γυναίκα να πάρεις φασόλια, ρεβίθια, λίγο ρύζι, αλλά πάρε και το δίσκο του Καζαντζίδη, αυτός που είχαμε τρύπησε πια, έλιωσε απ' το παίξιμο... Παίρνανε το δίσκο του Στέλιου μαζί με το φαΐ ρε! Ο Καζαντζίδης ήτανε μέσα στις ανάγκες του κοσμάκη!».

21 Ιουνίου 2007

Μανώλης Αγγελόπουλος (Μετρονόμος - τεύχος 3)


Άσμα το λαϊκό: Μανώλης Αγγελόπουλος

του Κώστα Μπαλαχούτη

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος είναι ένας από τους μεγαλύτερους λαϊκούς ερμηνευτές που ανέδειξε αυτός ο τόπος. Ο μόνος που τόλμησε να «κοντράρει» σε δημοτικότητα και απήχηση τον «αυτοκράτορα» του λαϊκού τραγουδιού Στέλιο Καζαντζίδη την περίοδο της απόλυτης κυριαρχίας του στο μουσικό στερέωμα, γύρω στα 1959. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις συνοικίες του Πειραιά και της Αθήνας αλλά και στην επαρχία, το μουσικό κοινό χωρίστηκε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, τους «Καζαντζιδικούς» και τους «Αγγελοπουλικούς».
Το ξεκίνημα
Ο Αγγελόπουλος γεννήθηκε το 1939 στην Καβάλα. Εκεί έχω καταλήξει ύστερα από συζητήσεις που είχα με φίλους, συγγενείς και συνάδελφους του. Ο ίδιος σε διάφορες συνεντεύξεις που έδινε κατά καιρούς, έλεγε ότι γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μερικές φορές στην Καβάλα και άλλες... στη Δράμα. Με μισή ευχή, ασαράντιστος ακόμα, πηγαίνει μαζί με την οικογένειά του στον Άγιο Αθανάσιο της Δράμας. Το 1947 βρίσκεται στο Ηράκλειο της Κρήτης, στα τσαντίρια. Στα 14 του χρόνια μένει ορφανός από πατέρα. Το «καραβάνι» τον φέρνει στα Κάτω Πετράλωνα και στη συνέχεια στην Αγία Βαρβάρα. Πουλούσε κιλίμια, κουβέρτες κι ό,τι άλλο είδος ήταν εμπορεύσιμο. Πολλές φορές κατέληγε στο τμήμα γιατί οι αστυνομικοί κυνηγούσαν τους μικροπωλητές και τους πλανόδιους. Μαζί με ένα φίλο αποφάσισαν να φτιάξουν δύο κασελάκια. Έτσι ξεκίνησαν να κάνουν τα λουστράκια και να γυαλίζουν παπούτσια στον Πειραιά. Έκανε τον αχθοφόρο, το γκαρσόνι... Το μεγάλο του πάθος ήταν η μουσική και το τραγούδι. Σε ένα λοφίσκο με ραπανάκια στην Αγία Βαρβάρα μάζευε τα τσιγγανόπουλα και τους τραγουδούσε με τις ώρες. Το 1957 τον κορόιδευαν όταν πήγαινε στα λαϊκά μαγαζιά της περιοχής του (Περιβόλα, Κεφάλα στην Κοκκινιά, Βλάχος και Κήπος του Αλλάχ στο Αιγάλεω) και παρακαλούσε να τον αφήσουν, στο τέλος του προγράμματος, στις άδειες καρέκλες, να πει κι εκείνος ένα τραγούδι. Ένα τραγούδι από τα πονεμένα του Καζαντζίδη που τόσο του άρεσαν. Ακόμη, επισκεπτόταν το κοντινό σπίτι του Σπύρου Ζαγοραίου, που τότε είχε για μεγάλο σουξέ το τραγούδι των Κλουβάτου - Βασιλειάδη «Άναψε το τσιγάρο» και του ζητούσε συμβουλές. Όταν τραγούδησε για πρώτη φορά σε κέντρο το «Απόψε φίλα με» του Χρ. Κολοκοτρώνη είχε ακόμα τα κιλίμια και τα χαλιά στους ώμους. Εκεί γνώρισε τα μεγαθήρια Παγιουμτζή, Μπέλλου και Άκη Πάνου. Τα χρήματα που έπαιρνε δεν έφταναν για «πειρατικό» κι έτσι το ξημέρωμα γυρνούσε στο σπίτι με τα πόδια. Λίγο αργότερα θα είχε για προσωπικό του οδηγό τον Στέλιο Τσονίδη και θα αγόραζε ένα πολυτελέστατο μαύρο Πεζώ. Στην Κολούμπια τον είχε πάει ο τσιγγάνος μπουζουξής Ανέστος Αθανασίου, ο οποίος ήταν σπουδαίος δεξιοτέχνης και είχε συνεργαστεί με μεγάλους καλλιτέχνες: Στέλιο Καζαντζίδη, Βασίλη Τσιτσάνη, Νίκο Γούναρη, Καίτη Γκρέυ, Πάνο Γαβαλά, Γιώτα Λύδια κ.ά. Ο Αθανασίου που ήταν και εξάδελφος του, γνωρίζοντας το πάθος του για το τραγούδι θέλησε να τον βοηθήσει. Καλές συστάσεις έδωσαν και οι Καραπατάκης, Καρανικόλας, Δερβενιώτης. Δυστυχώς οι πρώτες απόπειρες κι εντυπώσεις που άφησε δεν ήταν ικανοποιητικές. Ήταν και η τσιγγάνικη καταγωγή του μεγάλο εμπόδιο για να γίνει αποδεκτός και να καθιερωθεί στην δισκογραφία. Το μεγάλο «μπαμ»
Και ξαφνικά βγήκε η «Μαγκάλα» του Ατταλίδη, που κατέπληξε τον κόσμο κι χάρη σε αυτή καθιερώθηκε ο Αγγελόπουλος. Το παράξενο αυτό τραγούδι με την ανατολίτικη μελωδία και το ινδικό όνομα παντρεύτηκε μοναδικά με την ευέλικτη, γλυκιά και «άναρχη» φωνή του και συναγωνίστηκε επάξια την «Μαντουμπάλα» του Καζαντζίδη που οι πωλήσεις της άγγιζαν τις 100.000 αντίτυπα. Από εκεί και ύστερα οι επιτυχίες έπεφταν σαν χαλάζι. «Φαρίντα», «Φεγγάρι χλωμό», «Όταν κοιμάται ο δυστυχής», «Πικραμένο γράμμα», «Ανέβα στο τραπέζι μου», «Σαν θεό σ' αγαπώ», «Όσο αξίζεις εσύ», «Κίνδυνος θάνατος», «Γράμματα μου στέλνεις», «Ρίξε στο γυαλί φαρμάκι», «Καλή τύχη», «Η γκρινιάρα», «Μανώλια», «Στα βουνά δεν πάνε οι πόνοι», «Πολλές γυναίκες γνώρισα», «Το παιδί της αμαρτίας», «Βάνα» και τόσα άλλα τραγούδια είναι από τις πιο σημαντικές και εμπορικές στιγμές της δισκογραφίας στις 45 στροφές. Ο Αγγελόπουλος έκανε το «μπαμ» γιατί η φρεσκάδα της φωνής του και το μοναδικό παραπονιάρικο ηχόχρωμα της με την ανατολίτικη λαγνεία άρεσαν στον κόσμο, που τον αγάπησε και τον λάτρεψε. Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία της «Μαγκάλας», μαγαζιά δανείζονταν για την μαρκίζα τους το εξωτικό ινδικό αυτό όνομα -όπως συνέβη και με την «Μαντουμπάλα»- και κορίτσια «καλών» αλλά και άλλα λιγότερο «αγνών ηθών», έπεφταν πάνω του όπως οι μέλισσες στο μέλι. Ο Αγγελόπουλος κυριολεκτικά φυγαδευόταν από τα θέατρα, τους κινηματογράφους, τα πανηγύρια και τα κέντρα. «'Όπου εμφανιζόταν σταμάταγε η κυκλοφορία» μου είπε ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Στέλιος Βαμβακάρης. «Ποτέ λαϊκός τραγουδιστής δεν αγαπήθηκε τόσο πολύ από το γυναικείο φύλο όσο ο Αγγελόπουλος» συμπληρώνει ο λαϊκός δημιουργός Νίκος Καρανικόλας. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι όλοι οι καλλιτέχνες με τους οποίους κατά καιρούς έχω μιλήσει και συζητήσει για διάφορα θέματα που αφορούν το τραγούδι και τους πρωταγωνιστές του, εκφράστηκαν με εγκωμιαστικά λόγια για το ταλέντο, την αξία και το χαρακτήρα του. Ούτε ένας δεν ξεστόμισε κακιά κουβέντα, παράπονο, ειρωνεία... Κι όμως ο Αγγελόπουλος απ' την αρχή μέχρι και το τέλος της καριέρας του δέχτηκε περιφρονητικά σχόλια για την καταγωγή αλλά και το ρεπερτόριό του. Η στάμπα του «γύφτου» σπίλωνε με χλευασμό κάθε βήμα του. Ο «Άρχοντας» όμως φαίνεται στις δύσκολες στιγμές κι ο Αγγελόπουλος ποτέ δεν έκρυψε και δεν αρνήθηκε την καταγωγή του. Ίσα ίσα την πρόβαλλε με κάθε τρόπο, φέρσιμο και τραγούδι, όπως και τα προσωπικά του δράματα: «Ο τσιγγάνος», «Το τραγούδι του τσιγγάνου», «Τσιγγάνος θα πεθάνω», «Θα παντρευτούμε αγάπη μου», «Αγαπάω την Αννούλα». Το παράξενο είναι ότι ο κόσμος ανταποκρινόταν στα καλέσματά του και τα περίεργα αυτά τραγούδια γινόντουσαν επιτυχίες. Σ' αυτούς που ίσως απαντήσουν «άλλα χρόνια, άλλες εποχές...» θα θυμίσω το πιο πρόσφατο «Εμένα μ' έθρεψε τσιγγάνας γάλα και είμαι ελεύθερος σαν τα πουλιά». Το χάρισμα δεν εξηγείται με λόγια. «Αγαπάω την Αννούλα»

Ο δεσμός του με την Άννα Βασιλείου, στα πρώτα χρόνια του '60, ήταν το σκάνδαλο της εποχής. Οι τσιγγάνοι με τους αυστηρούς ηθικούς κι άγραφους νόμους τους δεν ήθελαν ο ήρωας τους να παντρευτεί κάποια που δεν ανήκε στην φυλή τους. Τα περιοδικά γέμιζαν καθημερινά με κουτσομπολιά : την πήρε, κλέφτηκαν, χώρισαν... Ο Δερβενιώτης έγραψε το θρυλικό : «Μάνα μου, γλυκιά μανούλα/ αγαπάω της Αννούλα/ μη στεναχωριέσαι μάνα αν δεν παντρευτώ τσιγγάνα». Με την Αννούλα ο Αγγελόπουλος δημιούργησε ένα από τα δημοφιλέστερα λαϊκά ντουέτα. Μαζί τραγούδησαν στο Ντελίς, στην Πειραιώς, στην Μαντουμπάλα, στα Άσπρα Χώματα, στην Τουρκία, στον Καναδά, στην Αυστραλία... Με την Αννούλα απέκτησαν τρία παιδιά και μετά παντρεύτηκαν. Ο Αγγελόπουλος ήταν ένας από τους καλλιτέχνες που λατρεύτηκαν και στο εξωτερικό. Ταξίδεψε σχεδόν σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Ακόμα και σήμερα τα τραγούδια του στο Ισραήλ, στην Αίγυπτο, την Τουρκία και τον Αραβικό κόσμο πραγματοποιούν ικανοποιητικές πωλήσεις. Ο Αγγελόπουλος συνεργάστηκε στενά με τη Γιώτα Λύδια στη Μαγκάλα, στο Κερατσίνι, με μπουζούκια τους Καρανικόλα, Μπιθικώτση, Λαύκα και στον Πράσινο Μύλο (μετονομάστηκε σε Έξι αδέλφια και Μαντουμπάλα), με μπουζούκια τους Αργύρη Βαμβακάρη, Γιάννη Παλαιολόγου, Στέλιο Βαμβακάρη, αλλά και στην δισκογραφία ως ντουέτο («Σαν θεό σ' αγαπώ», «Έλα γύφτο μου έλα» κ.ά.). Η Λύδια τού κάνει και τα σεγόντα και στην θρυλική «Μαγκάλα». Λαμπρές συνεργασίες ήταν κι αυτές με την Καίτη Γκρέυ στο «Ανέβα στο τραπέζι μου» των Μπακάλη - Βίρβου αλλά και στο κέντρο Ροσινιόλ, στις Τρείς Γέφυρες. Επίσης με την Πόλυ Πάνου στο «Θλιμμένη Ναργκίς» που ο Μπακάλης εμπνεύστηκε από τη διάσημη τότε στη χώρα μας Ινδή ηθοποιό. Στο Φαληρικόν, του Μαργωμένου, στις Τζιτζιφιές, ο Αγγελόπουλος είχε πάει το 1957, άσημος ακόμα, για να ακούσει τον Καζαντζίδη. Μάλιστα «έφαγε» την είσπραξη από δύο χαλιά που είχε πουλήσει. Πού να φανταζόταν τότε ότι λίγα χρόνια αργότερα θα τραγουδούσε εκεί πολλές σεζόν, σαν πρώτο όνομα, πλάι στους Τσιτσάνη, Μητσάκη, Χρυσάφη, Παπαδάκη, Χατζηαντωνίου, Ευσταθίου, Ρένα Ντάλμα, Χαρούλα Λαμπράκη, Βασίλη Βασιλειάδη. Στο ίδιο κέντρο άφησε εποχή και η συνεργασία του με το Βαγγέλη Περπινιάδη. Ωριμότητα
Όσο περνούσαν τα χρόνια η φωνή βάραινε, ωρίμαζε... Τα μαθήματα των δασκάλων -Ατταλίδη, Δερβενιώτη, Κολοκοτρώνη, Καραπατάκη, Καρανικόλα, Μητσάκη, Λαύκα, Μπακάλη, Καλδάρα, Χιώτη, Τσιτσάνη- είχαν πια διαμορφώσει την ερμηνευτική σφραγίδα του. Kάποια τραγούδια που έκανε με πιο «έντεχνα» χαρακτηριστικά με τον Πιτσιλαδή («Δεν έχω μπαλκόνι να ΄ρθεί χελιδόνι» σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου), το Σοφό («Όταν θα φύγεις από μένα πού θα πας», «Η αγάπη»), τον Καραπατάκη («Οι περασμένες μου χαρές» σε στίχους 'Αγγελου Αττικού) αλλά και δικές του δημιουργίες όπως «Ο δρόμος», απέδειξαν ότι μπορούσε να κινηθεί με άνεση και μαεστρία σε όλα τα είδη του ελληνικού τραγουδιού. Κι είναι κρίμα που αυτό το χάρισμα που είχε δεν αξιοποιήθηκε όσο του έπρεπε γιατί ό,τι έβαζε στο στόμα του γινόταν «χρυσάφι». Οι δρόμοι όμως του τραγουδιού γινόντουσαν πιο «έντεχνοι» και πιο «εμπορικοβιομηχανικοί». Μπροστά σ' ένα «Μεγάλο τσιγγάνο» ακόμα και το μάρκετινγκ σηκώνει αμήχανα τα χέρια ψηλά. Ο Αγγελόπουλος φεύγει απ' την Κολούμπια το 1967. Ηχογραφεί στην Βεντέτα και την Πάν Βοξ (την μετέπειτα Μιούσικ Μποξ και σήμερα ΜΒΙ). Συνεργάζεται ξανά με το Χιώτη λίγο πριν το τέλος του μεγάλου δεξιοτέχνη και δημιουργού. Ο Αγγελόπουλος δε «βρήκε μπαλκόνι να ΄ρθεί χελιδόνι να χτίσει φωλιά». Έμεινε στις παλιές, αγαπημένες του γειτονιές που τις γνώριζε και τον ήξεραν καλά... «οι περασμένες μου χαρές, αυλές χορταριασμένες»... Με «την καρδιά του τρεχαντήρι» παρέμεινε στις επάλξεις, έκανε πάλι σουξέ: «Στο Ακρωτήρι», «Τα φιλιά σου είναι φωτιά», «Η μάνα η Τούρκα», «Σ' αναζητώ», «Αγάπες μου περαστικές», «Τα μαύρα μάτια σου», «Ο πρόσφυγας», «Ποιος Θεός», «Πήρε φωτιά η Καλαμαριά», «Εγώ τρελάθηκα», «Τσιγγάνας γάλα» κ.ά. Επανεκτέλεσε ξανά τις μεγάλες του στιγμές, ελληνοποίησε τραγούδια δύσκολα του Αμπντέλ Χαλίμ Χαφέζ, της Φαιρούζ, της Ουμ Καλσούμ, του Ορχάν Γκετζεμπαί και έβαλε την ανεξίτηλη φαρδιά - πλατιά υπογραφή του στην «Διπρόσωπη», στο «Είναι ευτυχής ο άνθρωπος», «Μέσ' της Πεντέλης τα βουνά» και στο «Πέντε Έλληνες στον Άδη» όπου η ερμηνεία του είναι αξεπέραστη. Πήγε και στον Λυκαβηττό και το χάρηκε πολύ. Κάποιοι άλλοι όχι... Πριν το τέλος
Στα καλύτερά του επέστρεψε στην Κολούμπια, την εποχή που ο Καζαντζίδης βρισκόταν «Στον δρόμο της επιστροφής» στην Μίνως, μετά από 12 χρόνια δισκογραφικής σιωπής. Με τον πρώτο -και δυστυχώς τελευταίο του- δίσκο 33 στροφών ξαναπήρε τα σκήπτρα του «Άρχοντα» με το δικό του τρόπο: «Έλληνας είμαι Ανατολίτης» και «Όταν χορεύεις μάτια μου» σαν «Βαρδάρης» πες μου «Τι να κάνω για να σε κρατήσω» και να σβήσω την γρουσούζικη «Μολυβιά» που έγραψε «Την βαρέθηκε η ψυχή μου» αφού «Μια αγάπη, μία φλόγα, μια φωτιά» έκανε «Χίλια κομμάτια» τα «Παιδιά του Παραδείσου». Τόσες επιτυχίες και τόσες συνεργασίες -με Νικολόπουλο, Βαρδή, Τάκη Σούκα, Χαψιάδη, Ζέρβα, Καμπουρίδη, Σπυρόπουλου- σ' ένα μόνο δίσκο. Την πρώτη φορά που τον συνάντησα ήμουν 11 ετών. Την εποχή του Πρόσφυγα, τότε που έκανε χαλασμό με «Τα μαύρα μάτια σου». Βρισκόμουνα στο πίσω κάθισμα ενός Φόρντ Τάουνς και περίμενα να του βάλουμε βενζίνα, στου Μαμιδάκη, στην Αγία Βαρβάρα. Η άσπρη του Μερσεντές σταμάτησε στο πλάι μου. Είδα τις άσπρες φλοκάτες, τα χαϊμαλιά που την στόλιζαν. Ανοιξε την πόρτα και βγήκε έξω... Άρχοντας σωστός με τα μακριά μαλλιά του, το μουστάκι του, την δερμάτινη καπαρντίνα του, τα πομπώδη φερσίματά του. Άνοιξε πλατιά τα χέρια του κι αγκάλιασε τον πατέρα μου. Τον άκουσα να φωνάζει ανάμεσα στ' άλλα «Νικόλα, ρε Νικόλα, γιος σου είν' αυτός ρέ;» Όταν με χάιδεψε ψήλωσα πολύ. Τον ήξερα καλά τον Αγγελόπουλο μέσα απ' τις μυθικές, για την παιδική ψυχή μου, διηγήσεις του πατέρα μου. Τον γνώριζα καλά μέσα απ' τα σπασίματα της φωνής του, τους μοναδικούς λαρυγγισμούς του, τα πατήματα και τους αναστεναγμούς του μέσα απ' τους δίσκους στα τζουκ μποξ, στη «βαλίτσα» πικ-απ, τις χοντρές κασέτες των 8 track στο κασετόφωνο του αυτοκινήτου, τις μικρές πράσινες πειρατικές στο μικρό Sanyo... Λίγα χρόνια αργότερα, στα χρόνια του Λυκείου, πήγαινα στον κοντινό Ερμή, στο αναψυκτήριο, στο Αιγάλεω και έβλεπα ζωντανά πια αυτούς που γέμιζαν τα αφτιά και την ψυχή μου. Θαμπώθηκα από τη δύναμη και τη μαγεία της φωνής του. Εκεί στα «καλύτερά του» πήγα στο Όνειρο, στην Εθνική Οδό, για να τον ακούσω. Μαζί μου είχα μερικούς φίλους που τους είχα ήδη μυήσει στα ιερά και όσια του λαϊκού τραγουδιού. Στο μαγαζί βρισκόταν και ο Τούρκος καλλιτέχνης Κιουτσούκ Εμπράχ -κάπως έτσι τον έλεγαν-, που τότε είχε μεγάλη πέραση, όπως και οι τουρκικές βιντεοταινίες, στην πατρίδα μας και θα έδινε μία συναυλία στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας. Αφού βγήκε και τραγούδησε η Χαρούλα Λαμπράκη, παρακάλεσαν τον Τούρκο καλλιτέχνη να ανέβει στην πίστα. Πράγματι ο νεαρός τραγουδιστής έκλεψε την παράσταση και προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού. Μετά από αυτόν ήρθε η σειρά του Αγγελόπουλου. Έχω την εντύπωση ότι ο «Άρχοντας» κεντρίστηκε, το πήρε πατριωτικά το ζήτημα, και θέλησε να βάλει τα πράγματα στην θέση τους, να δείξει ποιος κάνει κουμάντο και είναι το αφεντικό στο σπίτι του. Σοβαρός, κολαριστός, ντυμένος στο «καντίνι και στην πένα» τράβηξε την «μολυβιά» του και διέγραψε ό,τι υπήρχε πριν, νωρίτερα. Πήρα το θάρρος και κατέβηκα τα στενά σκαλιά στα παρασκήνια. Μέσ' το γενικό χαμό βρέθηκα κάποια στιγμή δίπλα του. Του εξήγησα ποιος είμαι, με αγκάλιασε, με φίλησε, με μάλωσε που δεν του το είπα νωρίτερα, και μού ΄δωσε τα χαιρετίσματά του τονίζοντας: «Ξέρεις πόσα χρόνια με πηγαίνεις τώρα πίσω αδελφέ;» Την άλλη μέρα ξαναπήγα. Καθόμασταν στα πίσω τραπέζια. Σε μια τζαλκάντζα μάς έκοψε το μάτι του. Μετά από λίγο ο σερβιτόρος έφερε ένα ακόμη μπουκάλι ουίσκι «από τον κύριο Αγγελόπουλο». Όταν τελείωσε το πρόγραμμα ήρθε και μας χαιρέτισε. Πήγα στο Όνειρο 6-7φορές τη μία μετά την άλλη. Έμοιαζε σαν όνειρο για μένα... Άκουσα ότι σταμάτησε τις εμφανίσεις του γιατί αντιμετώπιζε προβλήματα με την υγεία του. Στεναχωρέθηκα. Ο πατέρας μου έμαθε από συγγενείς του για το ταξίδι του στην Αγγλία, «μία συνηθισμένη επέμβαση»... Ένα βιβλίο για τον «άρχοντα»
Χρόνια τώρα κουβαλάω μέσα στο μυαλό την φωνή και τη φιγούρα του Αγγελόπουλου. Μελαγχολώ, νοσταλγώ και μαγεύομαι με τα τραγούδια και τις ερμηνείες του. Χάρηκα όταν άκουσα το Νίκο Ζιώγαλα να τραγουδά για τις «μπάσες του Μανώλη» στο «Αχ που με πληγώνει». Μέσα από τα φοιτητικά θρανία στην Κοζάνη, στη Χαλκίδα και στην Μπολόνια της Ιταλίας με λύπη διαπίστωσα ότι η νεότερη γενιά δε γνωρίζει την αξία και το έργο του. Πολλοί τον ξέρουν μέσα από την «Μολυβιά» κι άλλοι τον αποστρέφονται γιατί είναι «γύφτος». Θέλει αγώνα μέχρι να εξηγήσεις την ιστορία, μέχρι να τους "ψήσεις" να ακούσουν τα τραγούδια που αγαπούν και ξέρουν χωρίς να ...ξέρουν το λαϊκό τραγουδιστή Μανώλη Αγγελόπουλο. Τελευταία στεναχωριόμουν που δεν άκουγα και δε διάβαζα πια το όνομά του. Ξεχάστηκε όπως κι ο Γαβαλάς, ο Κολοκοτρώνης, ο Καραπατάκης, ο Λαύκας, ο Τζουανάκος, ο Χρυσίνης... Σε μία εποχή που οι ζωντανοί θρύλοι μπαίνουν στο περιθώριο (Περπινιάδης, Ζαγοραίος, Λύδια, Πόλυ Πάνου, Γκρέυ, Δερβενιώτης κ.ά.) της μουσικής επικαιρότητας τι να περιμένεις γι' αυτούς που έφυγαν... Έγραψα ένα βιβλίο, τις Άπονες Εξουσίες, με αντικείμενο το λαϊκό τραγούδι στη δεκαετία του ΄70 και έβγαλα τα παράπονά μου. Επιμελήθηκα τη βιογραφία του Βαγγέλη Περπινιάδη με τίτλο Πριν το τέλος και βρισκόμουν στην προεργασία αυτής του Νίκου Καρανικόλα. Τον Τάσο Καραΐσκο δεν τον γνώριζα. Είχα ακούσει για το φιλικό δέσιμο που είχε με τους δικούς μου, είχαμε δώσει μια φορά τα χέρια σε ένα κοινωνικό γεγονός 5-6 χρόνια πριν και τίποτ' άλλο. Έμαθα από τον πατέρα μου ότι ετοιμάζει κάτι για τον Αγγελόπουλο και ήρθαμε σε επαφή. Το λαϊκό τραγούδι ενώνει τους ανθρώπους. Μου μίλησε για ένα βιβλίο «φόρο τιμής» στο σπουδαίο καλλιτέχνη και φίλο του. Έτσι κυκλοφόρησε η έκδοση Μανώλης Αγγελόπουλος - Ο Μεγάλος Τσιγγάνος, όπως τον γνώρισα... στο οποίο είχα την τύχη να υπογράψω την μουσικοκαλλιτεχνική έρευνα και τον πρόλογο. Επίλογος

O «Mεγάλος Tσιγγάνος» είναι ένας από τους μεγαλύτερους λαϊκούς τραγουδιστές που έβγαλε ποτέ αυτός ο τόπος. Η ερμηνεία του είναι ένα μάθημα ευαισθησίας, ψυχικής αλήθειας και ομορφιάς. Είπαμε, το χάρισμα, η μοναδικότητα δεν εξηγείται με λόγια. Δεν είναι μόνο «οι μπάσες» του Μανώλη, είναι και οι «χαμηλές», είναι η γλύκα στην χροιά, η αρχοντιά στην έκταση, το ρίγος στα σπασίματα της φωνής. Είναι η τέχνη του λαϊκού τραγουδιού.

19 Ιουνίου 2007

Η ιστορία του Νίπερ


H ιστορία του Νίπερ

Επιμέλεια: Θανάσης Συλιβός
(Μετρονόμος, τεύχος 1)

Όλοι μας θα έχουμε προσέξει σε ετικέτες ή εξώφυλλα δίσκων το εμπορικό σήμα της His Master’s Voice: Τον άσπρο σκύλο που κοιτά με περιέργεια το χωνί ενός γραμμοφώνου. Δεν πρόκειται για μια τυχαία εικόνα αλλά για ένα υπαρκτό γεγονός. Ο σκύλος ράτσας φοξ τεριέ, γεννήθηκε το 1884 στο Μπρίστολ και το αφεντικό του o Mάρκ Χέρνι Μπάροντ του έδωσε το όνομα Νίπερ, αφού από κουτάβι είχε τη συνήθεια να δαγκώνει τη γάμπα κάθε επισκέπτη του. Το 1887 όταν πέθανε ο Μ.Χ. Μπάροντ τη φροντίδα του σκύλου ανέλαβε ο αδελφός του, ο ζωγράφος Φράνσις Μπάροντ (1856-1924) που τον μετέφερε στο Λίβερπουλ. Εκεί ο Νίπερ εντυπωσιάζεται από ένα κυλινδρικό γραμμόφωνο που υπήρχε στο σπίτι και στέκεται ώρες, μπροστά του προσπαθώντας να καταλάβει πως γίνεται και ένα χωνί έχει ανθρώπινη φωνή. Η σκηνή αυτή αποτυπώνεται στο μυαλό του Μπάροντ και τρία χρόνια μετά το θάνατο του σκύλου (Σεπτέμβριος 1895) τη μεταφέρει στο μουσαμά. Αρχικά τον πίνακα, διαστάσεων 36χ28 ιντσών, ο δημιουργός του ονομάζει Ο σκύλος που κοιτάει και ακούει ένα φωνόγραφο και αργότερα His Master’s Voice (Η φωνή του κυρίου του). Μάταια προσπαθεί να τον εκθέσει στη Βασιλική Ακαδημία ή να τον πουλήσει σε κάποιο περιοδικό ή δισκογραφική εταιρία, αφού όλοι του απαντούν: «Οι σκύλοι δεν ακούν γραμμόφωνο» ή «Κανείς δεν πρόκειται να καταλάβει τι κάνει ο σκύλος». Στην προσπάθειά του να βρει αγοραστή και με την προτροπή ενός φίλου του αποφασίζει να αλλάξει το χρώμα του χωνιού από μαύρο σε χρυσό, κάνοντας τη ζωγραφιά πιο εντυπωσιακή. Έτσι το καλοκαίρι του 1899 επισκέπτεται τα γραφεία της εταιρείας GRAMOPHONE ζητώντας να του δανίσουν ένα χωνί φωνογράφου. Όταν βλέπει τον πίνακα ο γενικός διευθυντής της εταιρίας, Ουίλιαμ Μπάρι Όουενν, ρωτά τον Μπάροντ αν είναι για πούλημα και αν μπορεί να αντικαταστήσει το γραμμόφωνο με ένα απ’ αυτά που κατασκευάζει η επιχείρησή του. Ο Μπάροντ δέχεται και η GRAMOPHONE του δίνει 50 λίρες για την αξία του πίνακα και άλλα τόσα για τα δικαιώματα εκμετάλλευσης. Η τελική συμφωνία υπογράφεται τον Οκτώβριο του 1899. Ο Μπάροντ μέχρι το θάνατό του ζωγραφίζει 24 αντίγραφα του αρχικού πίνακα, ενώ την παράδοση συνέχισαν και άλλοι ομότενοί του. Υπολογίζεται ότι από το 1900 μέχρι σήμερα έχουν φιλοτεχνηθεί 5.000 αντίγραφα του αρχικού έργου. Έτσι, ο Νίπερ έγινε από τους πιο δημοφιλής σκύλους στον κόσμο και συγχρόνως το πιο ιστορικό και εμπορικό σήμα του 20ου αιώνα.

Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη «ΑΔΕΣΠΩΤΕΣ ΜΕΛΩΔΙΕΣ - Η δισκογραφία και άλλα μαγικά του λαϊκού μας τραγουδιού» (εκδ. «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» - Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, 1999)

10 Ιουνίου 2007

Ένωση Μουσικοσυνθετών - Στιχουργών Ελλάδος

Εισήγηση του Προέδρου του Δ.Σ. Γιάννη Γλέζου για τους στόχους και τις επιδιώξεις της Ένωσης Μουσικοσυνθετών - Στιχουργών Ελλάδος (ΕΜΣΕ)

1. Η ΕΜΣΕ είναι σωματείο με συνδικαλιστικούς και πολιτιστικούς στόχους.
2. Η ΕΜΣΕ είναι ακομμάτιστη στη συνδικαλιστική της δράση, υπερκομματική στην πολιτιστική της δράση και διακομματική στη στρατηγική και τη δράση για την επιδίωξη των στόχων της. Η ΕΜΣΕ θα επιδιώξει τη δημιουργία γραφείων της σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
3. Η ΕΜΣΕ στην επιδίωξη των στόχων της θα ενημερώνει όλα τα κόμματα και τους συνδικαλιστικούς και πολιτιστικούς φορείς, θα ζητά τη βοήθεια και τη συμπαράσταση τους και θα συμμετέχει στα συνέδρια τους.
4. Η ΕΜΣΕ θα επιδιώξει συνεργασία και ενημέρωση με -και από- τα ανάλογα σωματεία και οργανισμούς του Εξωτερικού.
5. Η ΕΜΣΕ για να μπορέσει να επιτύχει τους συνδικαλιστικούς και πολιτιστικούς της στόχους πρέπει να αποκτήσει δύναμη και μαζικότητα, με την επαναδραστηριοποίηση των παλιών μελών της και την εγγραφή σ' αυτήν πολλών νέων μελών. Για να γίνει το τελευταίο πρέπει:
6. Η ΕΜΣΕ να κάνει την μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια ενημέρωσης όλων των πιθανών νέων μελών της για το ότι ΔΕΝ υπάρχει κανένα νομικό η άλλο κώλυμα να είναι ταυτόχρονα και μέλη της ΑΕΠΙ (όπως ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, ο ταμίας και άλλα μέλη του Δ.Σ. της) αφού η ΕΜΣΕ ΔΕΝ είναι πλέον (από το 2003) εισπρακτικός φορέας. Γι' αυτό θα πρέπει άμεσα να σταλούν επιστολές, φαξ και email σε όλα τα μέλη μας (ενεργά ή μη) γι' αυτό το θέμα, μαζί με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των αρχαιρεσιών, καθώς κι αυτό τον οδηγό δράσης.
7. Η ΕΜΣΕ θα ζητήσει από το Υπουργείο Πολιτισμού, από το Δήμο Αθηναίων ή και από άλλους Δήμους της Αττικής, να της διατεθεί κτίριο για την εγκατάσταση των γραφείων της, με χώρους για τη συνάντηση των μελών της, για την βιβλιοθήκη και το αρχείο της και αίθουσα για συναυλίες, παραστάσεις και παρουσιάσεις έργων των μελών της.
8. Η ΕΜΣΕ θα ζητήσει άμεσα από το Υπουργείο Πολιτισμού επιχορήγηση για να βοηθηθεί στην επίτευξη των συνδικαλιστικών και πολιτιστικών της στόχων.
9. Η ΕΜΣΕ θα ζητήσει άμεσα από το Υπουργείο Πολιτισμού να προσκαλείται σε όλες τις συζητήσεις που αφορούν σε πολιτιστικά, ασφαλιστικά ή συνδικαλιστικά νομοσχέδια (όπως το πρόσφατο σχετικά με την ίδρυση Εθνικού Κέντρου θεάτρου και Χορού) και στα μελλοντικά νομοσχέδια που θα κατατεθούν (όπως για την προστασία των Πνευματικών Δικαιωμάτων και για την Ακαδημία Τεχνών) και να της δίνεται αρκετός χρόνος για να μπορεί να μελετά και να επεξεργάζεται πλήρως τις δικές της προτάσεις πριν από την τελική υποβολή τους στην Βουλή. Επίσης θα ζητήσει να συμμετέχει σε όλες τις επιτροπές του Υπουργείου Πολιτισμού, στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Κινηματογραφίας και στην 50μελή κριτική επιτροπή των κρατικών βραβείων που η συμμετοχή της είναι βάσει του νόμου θεσμοθετημένη, ζητώντας ταυτόχρονα και την αύξηση του αριθμού αντιπροσώπων του Σωματείου μας.
10. Η ΕΜΣΕ θα ζητήσει νομοθετική ρύθμιση για τη δημιουργία Εθνικού Κέντρου Μουσικής (ανάλογου με το Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού), θα επεξεργαστεί την μελέτη για την ίδρυση του και θα την προτείνει στο Υπουργείο Πολιτισμού
11. Η ΕΜΣΕ έχει άμεσο συνδικαλιστικό στόχο τη δημιουργία Βιβλιοθήκης και Αρχείου για την κατοχύρωση της Πνευματικής Ιδιοκτησίας του έργου των μελών της, με την κατάθεση και σφράγιση τους με βεβαία ημερομηνία στα γραφεία της και την ταυτόχρονη πράξη εγγραφής τους στα δημόσια βιβλία συνεργαζόμενου συμβολαιογράφου. Σύντομα θα καλέσει τα μέλη της να αρχίσουν να καταθέτουν τα έργα τους στα γραφεία της. Επίσης, η ΕΜΣΕ θα βοηθήσει με κάθε τρόπο την επίτευξη της Τεκμηρίωσης του Έργου των Δημιουργών γενικότερα.
12. Η ΕΜΣΕ έχει άμεσο συνδικαλιστικό στόχο τη νομική στήριξη των μελών της σε διεκδικήσεις τους για την αθέτηση ή την παραβίαση των συμβολαίων τους, την παρακράτηση αμοιβών τους ή στην διαπραγμάτευση νέων συμβολαίων, προκειμένου να μην γίνεται καταπάτηση των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών (όπως πολλές φορές επιχειρείται από τα ΜΜΕ, τις δισκογραφικές εταιρείες, εισπρακτικούς ή άλλους φορείς, μάνατζερ, οργανωτές, αιθουσάρχες κλπ.). Γι' αυτό καλεί τα μέλη της να ενημερώνουν την Γραμματεία για τέτοιες υποθέσεις που τα αφορούν.
13. Η ΕΜΣΕ έχει άμεσο συνδικαλιστικό στόχο την απόδοση στο ΙΚΑ των παρακρατηθέντων ασφαλίστρων από τις αμοιβές ή ποσοστά των μελών της στην συνεργασία τους με τις δισκογραφικές εταιρείες, την ΕΡΤ και τα άλλα ΜΜΕ, τους εισπρακτικούς φορείς, τους Δήμους ή άλλους φορείς, τους οργανωτές συναυλιών κλπ. Γι' αυτό το σκοπό ζητά απ' τα μέλη της που το επιθυμούν να της υποβάλουν σχετικό αίτημα και τις ανάλογες πληροφορίες προκειμένου να κάνει τις απαραίτητες ενέργειες.
14. Η ΕΜΣΕ έχει άμεσο συνδικαλιστικό στόχο να καταπολεμήσει το playlist των ΜΜΕ αφού προβλέπεται από το Σύνταγμα (άρθρο 15, παράγραφος 2) η αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση των προϊόντων Λόγου και Τέχνης από τα ΜΜΕ και θα υποστηρίξει με κάθε τρόπο την ανεξάρτητη συνείδηση και πρωτοβουλία των παραγωγών του ραδιοφώνου στη δουλειά τους.
15. Η ΕΜΣΕ, για την επίτευξη αυτού του στόχου και για την μεγαλύτερη προβολή του καλού ελληνικού τραγουδιού όλων των εποχών, θα ζητήσει τη συνδρομή του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, της Ανεξάρτητης Αρχής για την Ελευθερία του Ανταγωνισμού, του Συνηγόρου του Πολίτη, των κομμάτων της Βουλής και των άλλων πολιτιστικών και συνδικαλιστικών φορέων.
16. Η ΕΜΣΕ έχει άμεσο συνδικαλιστικό στόχο την καταπολέμηση της πειρατείας των δίσκων (απ’ όπου και αν αυτή προέρχεται) και θα επιδιώξει με νομοθετική ρύθμιση την αύξηση των ποινών για τους συλλαμβανομένους. Επίσης, θα πιέσει το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και τις κατά τόπους Αστυνομικές Αρχές και Διευθύνσεις να επιλαμβάνονται άμεσα όταν αστυνομικά όργανα ολιγωρούν στην εφαρμογή του νόμου και διαπράττουν παράβαση καθήκοντος αρνούμενα να συλλάβουν τους δισκοπειρατές. Ακόμα, ως έχουσα έννομο συμφέρον θα επιδιώξει: α) να έχει το δικαίωμα σα συλλογικό όργανο να κινεί από μόνη της την ποινική διαδικασία όπως προβλέπει ο νόμος και β) να συμμετέχει σαν Πολιτική Αγωγή στις δίκες για δισκοπειρατεία όταν διεξάγονται με πρωτοβουλία της ΑΕΠΙ η της ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, για να έχουν οι δικαστές πλήρη ενημέρωση και από τους δημιουργούς (ηθικό δικαίωμα) και όχι μόνον από τον εισπρακτικό φορέα (περιουσιακό δικαίωμα).
17. Η ΕΜΣΕ, εάν της ζητηθεί, θα επεμβαίνει με ασφαλιστικά μέτρα και αγωγές και θα σταματά τις ανεξέλεγκτες δεύτερες εκτελέσεις σε δίσκους των έργων δημιουργών που γίνονται χωρίς την έγγραφη άδεια τους (ηθικό δικαίωμα), ανεξαρτήτως αν έχει δώσει γι' αυτές τις εκτελέσεις άδεια ο εισπρακτικός τους φορέας. Γι' αυτό, καλεί τα μέλη της να την ενημερώνουν και να της καταγγέλλουν άμεσα τέτοιες περιπτώσεις που τα αφορούν.
18. Η ΕΜΣΕ είναι έτοιμη να πάρει μέρος σε συζητήσεις με την ΑΕΠΙ & την ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ για τη διευθέτηση προβλημάτων που τυχόν έχουν μέλη μας μαζί τους και επίσης για την επίτευξη κοινών στόχων (όπως π.χ. η διατήρηση του δικαιώματος της δημόσιας εκτέλεσης).
19. Η ΕΜΣΕ θα μελετήσει τις νομοθεσίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών και θα αγωνιστεί για την εφαρμογή παγκοσμίων κεκτημένων και στη χώρα μας (ασφαλιστικά, οπτικοακουστικά και συγχρονισμός, ποσοστώσεις κλπ). Ακόμα, σε συνεργασία με ανάλογα σωματεία του εξωτερικού, με τις δισκογραφικές εταιρείες και με τους εισπρακτικούς φορείς, θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να βρεθεί τρόπος οικονομικής αποζημίωσης για τους δημιουργούς όταν ανεξέλεγκτα και χωρίς άδεια «κατεβάζουν» τραγούδια τους μέσω του διαδυκτύου και τροφοδοτούν τα mp3 και τα κινητά ανά την Ελλάδα.
20. Η ΕΜΣΕ θα πάρει θέση στο θέμα των μουσικών επιμελειών στα σήριαλ της τηλεόρασης κλπ όταν χρησιμοποιούν ξένες μουσικές χωρίς άδεια και χωρίς καταβολή πνευματικών δικαιωμάτων στους ξένους δημιουργούς και παραγωγούς, με αποτέλεσμα να μειώνεται η πρωτότυπη δουλειά και οι αμοιβές των Ελλήνων δημιουργών, συνθετών κλπ., αφού είναι φυσικό ένας επιμελητής να αμείβεται πολύ λιγότερο από τους παραγωγούς και να προτιμάται.
21. Η ΕΜΣΕ θα καταπολεμήσει τη διαφαινόμενη τάση που προωθείται παγκοσμίως να έχει αναγκαστική νομική ισχύ σε διάφορες χώρες η Απαγόρευση του Δικαιώματος της Δημόσιας Εκτέλεσης, δηλαδή ή μη απόδοση των εκτελεστικών δικαιωμάτων στους δημιουργούς με διάφορες προφάσεις και νομικισμούς και θα ζητήσει απ' το Υπουργείο Εξωτερικών να μην παρεμβαίνει αρνητικά, όπως έκανε σε πρόσφατη περίπτωση της Ισπανίας που για λόγους εξωτερικής πολιτικής εμπόδισε την παρέμβαση του ΟΠΙ υπέρ των δημιουργών.
22. Η ΕΜΣΕ θα είναι σε συνεχή επαφή με τους δημιουργούς-παραγωγούς, τους αυτοπαραγόμενους δημιουργούς και τις ανεξάρτητες, μικρές δισκογραφικές εταιρείες για να λειτουργήσει σαν συντονιστικό τους όργανο, προκειμένου να απαιτήσουν τα δικαιώματα τους από τα ΜΜΕ, σύμφωνα με τους κανόνες του υγιούς και ελεύθερου ανταγωνισμού που καταπατείται από το καρτέλ των μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών.
23. Η ΕΜΣΕ έχει στόχο τη δημιουργία φορέα διανομής δίσκων των ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιριών ή παραγωγών των μελών της.
24. Η ΕΜΣΕ θα επιδιώξει να δημιουργήσει μουσικό σχήμα -ορχήστρα-γκρουπ για τις ανάγκες παραστάσεων, συναυλιών, ρεσιτάλ των μελών της και ιδιαίτερα την παρουσίαση της δουλειάς των μελών της ή των πρωτοεμφανιζόμενων καλλιτεχνών. Για το ίδιο σκοπό τακτικά θα παρουσιάζει έργα των μελών της σε αίθουσες επιλογής του Δ.Σ.
25. Η ΕΜΣΕ έχει πολιτιστικό στόχο να δημιουργήσει Ετήσιο Φεστιβάλ Τραγουδιού & Μουσικής σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων και την Έκθεση Θεσσαλονίκης (ήδη έχουν υποβληθεί τα σχετικά αιτήματα) καθώς και Περιφερειακά Φεστιβάλ σε συνεργασία με τους δήμους της Ελλάδας. Αν αυτές οι συνεργασίες δεν ευοδωθούν, θα τα δημιουργήσει με δικά της αποκλειστικά μέσα.
26. Η ΕΜΣΕ θα επιδιώξει να παίρνει μέρος στην ετήσια οργάνωση της ΜIDEM στο Παρίσι και την Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με δικό της περίπτερο για την προβολή της ελληνικής μουσικής και του τραγουδιού, αλλά και την προώθηση των δίσκων των ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιρειών των μελών της. Επίσης θα επιχειρήσει τη δημιουργία Ετήσιας Δισκογραφικής Έκθεσης (παζαριού), αντίστοιχης της Έκθεσης του Βιβλίου.
27. Η ΕΜΣΕ μέσω των ιστοσελίδων της θα επιδιώξει την προβολή των έργων των μελών της και θα αναζητήσει τρόπους (παρακολουθώντας και τα ανάλογα διεθνή δεδομένα) της μετάδοσης αυτών των έργων (ή άλλως πως το «κατέβασμα» τους από τους χρήστες του ίντερνετ), όχι όμως ανεξέλεγκτα και δωρεάν, αλλά έναντι κάποιας χρηματικής καταβολής. Επίσης θα επιχειρήσει να δημιουργήσει διαδικτυακό ραδιοφωνικό σταθμό.
28. Η ΕΜΣΕ θα ανανεώσει και θα εκσυγχρονίσει το καταστατικό της [με προτάσεις μεταξύ άλλων: α) την αύξηση του αριθμού των μελών του Δ.Σ. από 11 σε 13, β) την αποδοχή ως μελών της των ενορχηστρωτών, διευθυντών ορχήστρας κ.α., γ) την αύξηση της συχνότητας συνεδριάσεων του Δ.Σ. και της Γενικής Συνέλευσης κλπ].
29. Η ΕΜΣΕ και το Δ.Σ. θα κατανείμει ρόλους, αρμοδιότητες και δραστηριότητες στα μέλη της. είτε μέσω επιτροπών, είτε ατομικά, και θα αφήνει τη σχετική πρωτοβουλία και ελευθερία για την πραγματοποίηση τους.
30. Η ΕΜΣΕ θα αποφασίσει αν θα συμμετέχει ως μέλος σε μεγαλύτερους συνδικαλιστικούς φορείς και ομοσπονδίες όπως η ΓΣΕΕ και η ΠΟΘΑ και αντίστοιχους του εξωτερικού.
31. Η ΕΜΣΕ θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τη σχέση της με τον εισπρακτικό φορέα των συγγενικών δικαιωμάτων «Απόλλων», τον ΠΜΣ, τον ΟΠΙ και άλλους φορείς.
32. Η ΕΜΣΕ έχει απώτερο συνδικαλιστικό στόχο τη λύση του ασφαλιστικού προβλήματος των μελών της, δηλαδή την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη και συνταξιοδότηση με τη δημιουργία Ανεξάρτητου Ασφαλιστικού Ταμείου κατά τα πρότυπα του Ταμείου της Ένωσης Συντακτών ή άλλων φορέων.
36. Η ΕΜΣΕ θα επιδιώξει να βοηθήσει με κάθε τρόπο την αναζωογόνηση του συνδικαλιστικού και πολιτιστικού κινήματος στη Ελλάδα. Γι’ αυτό, έχει απώτερο στόχο τη δημιουργία Συνομοσπονδίας όλων των πολιτιστικών σωματείων, οργανισμών, εταιρειών, ενώσεων, ομοσπονδιών, συνδέσμων, και φορέων των συνθετών, στιχουργών, μουσικών, τραγουδιστών, ηθοποιών, συγγραφέων, ποιητών, σεναριογράφων, σκηνοθετών, ζωγράφων, χορευτών και άλλων καλλιτεχνών της Ελλάδας, για την πραγματοποίηση από κοινού των συνδικαλιστικών και πολιτιστικών τους στόχων και επιδιώξεων.
37. Η ΕΜΣΕ θα δώσει Συνέντευξη Τύπου για τα αποτελέσματα των αρχαιρεσιών της και τους στόχους του νέου Δ.Σ. Επίσης. θα πρέπει να έχει συχνή επαφή με τον τύπο και τα άλλα ΜΜΕ για την ενημέρωση του κόσμου σχετικά με τις δραστηριότητες της.
38. Αυτή η εισήγηση τέθηκε προς συζήτηση στα μέλη του Δ.Σ, εγκρίθηκε και ψηφίστηκε ομόφωνα. Το Δ.Σ θα ενημερώσει για το περιεχόμενό της τη Γενική Συνέλευση της ΕΜΣΕ, σαν μια μορφή οδικού χάρτη του σωματείου για τα επόμενα δύο χρόνια.

02 Ιουνίου 2007

Ο Χρήστος Λεοντής επιστρέφει στη δισκογραφία

Αυτή την περίοδο ο Χρήστος Λεοντής βρίσκεται στο στούντιο και ηχογραφεί τον καινούριο κύκλο τραγουδιών του, που φέρει τον τίτλο «ΕΡΩΤΑΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ».
Ο κύκλος αυτός αποτελείται από ένα σύνολο 15 τραγουδιών σε στίχους τού νέου ποιητή Δημήτρη Λέντζου και το CD υπολογίζεται να διατίθεται στην αγορά, προς το τέλος Ιουνίου.

Ο Χρήστος Λεοντής έχει να εμφανιστεί στο χώρο της δισκογραφίας από το 1994, γι’ αυτό και η επανεμφάνισή του στο χώρο αυτό ύστερα από 13 ολόκληρα χρόνια , αναμένεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Τα 13 χρόνια που πέρασαν τον είχε απορροφήσει κυριολεκτικά η ενασχόλησή του με τη μουσική στο θέατρο, όπου είναι γνωστή η δραστηριότητα και η επίδοσή του στο χώρο αυτό, στους χιλιάδες θεατές που παρακολούθησαν τις θεατρικές παραστάσεις με την μουσική του, αλλά και με τις δεκάδες συναυλίες του, με μουσική από το θέατρο, με πιο πρόσφατη εκείνη την παράστασή του στο Ελληνικό Φεστιβάλ, στο κατάμεστο ΗΡΩΔΕΙΟ, τον Αύγουστο του 2005, που είχε τον τίτλο «Χελιδών ηδομένη...! και τραγούδια ευφρόσυνα».
Ένα από τα… «ευφρόσυνα» τραγούδια αυτής της παράστασης ήταν και το περίφημο «ζειμπέκικο» με τον ομώνυμο τίτλο – ΕΡΩΤΑΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ - που τραγούδησε ο Δημήτρης Μητροπάνος ,ενώ το κοινό αποθέωνε συνθέτη και ερμηνευτή. Η ίδια αυτή εκτέλεση του Μητροπάνου θα συμπεριληφθεί στο CD «ΕΡΩΤΑΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ».
Εκτός από την έκτακτη συμμετοχή του Δημήτρη Μητροπάνου στο νέο CD του Χρήστου Λεοντή, - μοναδική μέχρι στιγμής δισκογραφική συνεργασία τους - ένα εξαιρετικό επιτελείο ερμηνευτών πρώτης γραμμής θα ερμηνεύσει τα τραγούδια.

ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΤΟΣ – ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ
ΔΩΡΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ
και οι κυρίες ΜΑΡΙΑ ΣΟΥΛΤΑΤΟΥ και ΙΩΑΝΝΑ ΦΟΡΤΗ.

Το εξώφυλλο του CD φιλοτεχνείται από τον νέο ταλαντούχο ζωγράφο ΣΤΕΦΑΝΟ ΡΟΚΟ, ενώ στο ένθετο θα περιλαμβάνονται οι στίχοι των τραγουδιών που θα κοσμούνται με ειδικά σκίτσα του Ρόκου εμπνευσμένα από αυτούς.

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΕΡΩΤΑΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ θα κυκλοφορήσει από το μουσικό περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ που μπαίνει δυναμικά στο χώρο αυτό.

25 Μαΐου 2007

τεύχος 25 (2007) - Χρήστος Λεοντής


Περιεχόμενα
Ακριβές στιγμές: Μουσικό καφενείο –σχολείο «Ο Κορινθιακός»,του Ηλία Κατσούλη
Μεταξύ των άλλων…
Βασίλης Αρχιτεκτονίδης, του Τάσου Π. Καραντή
Γιώργος Περαντάκος, της Κατερίνας Πατεράκη
Στράτος Καμενίδης, του Αλέξη Βάκη
Οι άγνωστες πρώτες ηχογραφήσεις του Αντώνη Νταλκά του Ηλία Δ. Μπαρούνη
Μιχάλης Κουμπιός, του Τάσου Π. Καραντή
Χρήστος Λεοντής, του Θανάση Συλιβού
Η Δωδεκανησιακή μουσική στη βιβλιογραφία και τη δισκογραφία,
του Μάρκου Φ. Δραγούμη
Τόλης Χαρμα(ντά)ς, του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Αγάθωνας Ιακωβίδης, του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Η ποντιακή εκδοχή του αρμένικου χορού Ταμζαρά, της Ναΐρας Κιλιτσιάν
Πού πα ρε Καραμήτρο; - Υπό έκδοσιν, του Σπύρου Κουρκουνάκη
Για τον κ. Χάρο, του Γιάννη Σαμπά
Μάης ο πεντάφαγος, του Ανδρέα Καρζή
Στη μαγεμένη Αραπιά…, του Θόδωρου Βαλσαμίδη
Πίσω από τα όργανα: Κώστας Νικολόπουλος, του Γιώργου Αλτή
Ανθολόγιο μουσικών αισθημάτων από την ελληνική πεζογραφία:
Πρόσωπα του τραγουδιού στη λογοτεχνία,επιμέλεια: Ηλίας Κατσούλης
Αναγνώσεις
Ακροάσεις


ΕΝΘΕΤΟ
Εξώφυλλά, μουσικές και αναμνήσεις από τις 45 στροφές
Xρήστος Λεοντής