Μελίνα Κανά
«...το τραγούδι σαν πνοή»
του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ, τεύχος 3, 2001)
του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ, τεύχος 3, 2001)
Μια ωριαία εκπομπή είναι η συνέντευξη της Μελίνας Κανά για τον καινούριο της δίσκο. Αυτό ήταν το πρόσχημα για να γνωριστούμε στο Μουσικό Σεργιάνι της ΕΡΑ-5 με τον απόδημο Ελληνισμό, την Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου, αλλά και σήμερα με τους αναγνώστες του Μετρονόμου. Το επισημαίνουμε εξ αρχής, γιατί όσο κι αν προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε στο χαρτί μια «άλλη»... παγωμένη δημοσιογραφική συνέντευξη, αβίαστα αναδύετο ο ραδιοφωνικός λόγος που προϋποθέτει σε 2-3 σημεία και τα τραγούδια που ακούγαμε και σχολιάζαμε. Τον απομαγνητοφωνήσαμε λοιπόν αυτολεξεί προσπαθώντας να διαφυλάξουμε την αμεσότητα της επικοινωνίας, το γόνιμο, πιστεύουμε, διάλογο αλλά και την ωραία αίσθηση για τον τρόπο ερμηνείας στη σημερινή μουσική σκηνή. Δεν ξέρω αν είναι θέμα ...χημείας, αλλά χαίρεσαι αληθινά να συζητάς με ορισμένους καλλιτέχνες της νέας γενιάς. Μετά από 25 χρόνια θητείας και κυρίως στον τηλεοπτικό βόθρο που μας περιτριγυρίζει, νιώθεις ότι αυτό το επάγγελμα έχει ακόμα αποθέματα φαιάς ουσίας, αισθητικής και κυρίως ανθρώπινης επαφής. Φίλοι ακροατές (συγνώμη, αναγνώστες) είμαστε ήδη στον ραδιοθάλαμο με δυο όμορφες κυρίες, μέσα, η πρώτη προσπαθεί να ντύσει με λέξεις στιγμές καλλιτεχνικής δημιουργίας και έξω η κόρη της, η μικρή Βιργινία, μάλλον προτιμά να παίζει με τους τεχνικούς...
Δυο- τρεις βιογραφικοί σταθμοί για αυτούς που μας ακούνε σ' όλο τον κόσμο (σ.σ. και θα μας διαβάσουν στο Μετρονόμο).
Μελίνα Κανά: Ξεκίνησα στη Θεσσαλονίκη σε μια μπουάτ, ήμουν τότε φοιτήτρια της Φιλοσοφικής, πριν 12-13 χρόνια, εκεί γνώρισα το Νίκο Παπάζογλου ο οποίος ήταν η πρώτη σημαντική γνωριμία, με έβαλε στη δική του μουσική παρέα και με πήρε μαζί του σε μια καλοκαιρινή περιοδεία. Εκεί γνώρισα και το Σωκράτη Μάλαμα και συνεργάσθηκα μαζί του. Ο πρώτος μου δίσκος, που θεωρώ ότι είναι και το πρώτο μου αξιόλογο βήμα ήταν με το Νίκο Μαμαγκάκη, τα Μυστικά τραγούδια.
Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός. Μια καλή αρχή προδιαθέτει για μια σημαντική πορεία.
Μ.Κ.: Σαφώς. Μετά συνεργάστηκα με τους Θανάση Παπακωνσταντίνου, Πέτρο Δουρδουμπάκη, Θόδωρο Παπαδόπουλο, Στάμο Σέμση και άλλους...
Με όλη την γενιά των καινούριων δημιουργών, φοβάμαι μην παραλείψουμε κάποιον.
Μ.Κ.: ...καταλήγουμε στο τελευταίο cd, που είναι όλοι οι δημιουργοί καινούριοι, εκτός από τον Κώστα Παρίση που τον ξέρει κόσμος από τα «Υπόγεια Ρεύματα».
Πριν περάσουμε στη νέα σου δουλειά. Αν κοιτούσες νοσταλγικά πίσω τι θα έλεγες με τρεις κουβέντες κάνοντας έναν απολογισμό;
Μ.Κ.: Αν έκρινα τον δρόμο που έχω διανύσει; Δε θα 'λεγα ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτα! Ωραία! Ωραία είναι τα πράγματα! Ωραίες στιγμές, έντονες! Πολύ ενδιαφέρουσες γνωριμίες και πρώτα απ' όλα πολύ... πολύ όμορφα τραγούδια. Όμορφες νύχτες, συναυλίες, άγχος πολύ, αβεβαιότητα... Βλέπεις ότι δεν μπορώ να πω τα πράγματα με τρεις λέξεις.
Η αβεβαιότητα, άραγε, και το άγχος ξεπληρώνονται από τις όμορφες στιγμές, ή όταν τα πράγματα έχουν ευτυχές τέλος ξεχνιούνται η ταλαιπωρία και το άγχος;
Μ.Κ.: Ε! Υπάρχουν και στιγμές που το βάρος αυτού του άγχους δε μετράει μπροστά στη χαρά της στιγμής, αλλά νομίζω ότι είναι κάτι που επανέρχεται. Αν δε το δεχτείς αυτό, ότι είναι ένας κύκλος, θα ησυχάσεις, θα ξαναγχωθείς, θα πάρεις πάλι τ' απάνω σου και θα ξαναπροσπαθήσεις, θα φθάσεις σ' ένα επίπεδο. Γιατί είναι ελεύθερος ο χώρος δεν έχει νόμους.
Πόσο οι σημερινοί καλλιτέχνες χαίρονται την κάθε στιγμή που πετάει και χάνεται; Και λέω οι σημερινοί καλλιτέχνες, γιατί το τραγούδι και γενικά η ζωή μας έχασε το αυθόρμητο, το ρομαντισμό, έχει τυποποιηθεί πια.
Μ.Κ.: Αυτό κατ' αναλογία με τις συνθήκες της εποχής, σίγουρα το τραγούδι έχει χάσει λίγη από την μαγεία και την αμεσότητα. Θυμήθηκα τώρα μια ρήση του συγχωρεμένου Στέλιου Καζαντζίδη. Τα πράγματα για μας έχουν χαλάσει -είχε πει- γιατί θυμόταν το κοινό και τις καταστάσεις στα μαγαζιά στα δικά του τα χρόνια. Ήταν πιο ζεστά και σε οδηγούσε αυτό σε μια κατάσταση... -πώς να το πούμε;- μουσικής έκστασης, μια υπερδιέγερσης του συναισθήματος;
Κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια σήμερα ο καλλιτέχνης για να επικοινωνήσει με το κοινό του;
Μ.Κ.: Όχι! Ήθελα να πω, συνεχίζοντας, ότι παρόλα αυτά, παρότι η εποχή είναι τεχνολογική και πιο δύσκολη στην επικοινωνία, το τραγούδι πάντα θα είναι ένας χώρος που θα συναντιούνται οι άνθρωποι. Η... νιρβάνα και ...η χημεία
Καινούριος δίσκος, νέες συνεργασίες, να πούμε για την ιστορία των τραγουδιών;
Μ.Κ.: Σου έλεγα πριν που δεν ήμασταν στον αέρα, ότι για μένα το σημαντικό είναι να μην κάνω κάτι που θα θυμίσει τον ήχο της προηγούμενης δουλειάς για να πατήσω στην ήδη επιτυχία. Σαφώς θέλω να έχω μια συνέπεια σ' αυτό που κάνω, αλλά για μένα η συνέπεια επικεντρώνεται αλλού, όχι αν θα είναι ο ήχος ηλεκτρικός ή φυσικός, αυτό έχει να κάνει με άλλα πράγματα. Αυτό που αναζητώ είναι να έχω κάθε φορά κάτι να με κουνήσει, κάτι να με ξυπνήσει, γιατί υπάρχουν διαστήματα που πέφτω-πώς να το πω; - πέφτω σε αισθητική νιρβάνα. Δε με κεντρίζει τίποτα. Αυτά τα τραγούδια λοιπόν, ήρθαν μέσ' τα χρόνια, σε διαφορετική χρονική στιγμή το καθένα, και τα κράτησα. Τα διάλεξα δηλαδή από τους δημιουργούς τους και το πρώτο μέλημα ήταν να βρω έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να τα κάνει ομάδα.
Τραγούδια που τα διάλεξες εσύ κατά καιρούς; Σε διέκοψα, όμως,...
Μ.Κ.: Ναι, και αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Κώστας Παρίσης που ανέλαβε να συνεργασθεί με τους δημιουργούς των τραγουδιών και με μένα ώστε να μπορέσουμε να έχουμε αυτόν το δίσκο. Έτσι λοιπόν, το ηχητικό αποτέλεσμα είναι η ιδέα που δημιουργήθηκε στον Κώστα όταν άκουσε αυτά τα τραγούδια.
Εννοείς δηλαδή ότι αυτά τα διαφορετικά ύφη, η ποικιλία να έχουν κοινό παρανομαστή ώστε να αποτελέσουν ένα δίσκο...
Μ.Κ.: Ένα σύνολο, αλλά το άλλο μέλημα ήταν να μη χαθεί η προσωπικότητα του κάθε δημιουργού, γιατί μιλάμε για διαφορετικές μουσικές κατευθύνσεις. Παρόλα αυτά γνώριζα τους δημιουργούς, ήμουνα φίλη με αυτά τα παιδιά και αυτό ήταν κάτι που με έβαλε πολύ μέσα στη δουλειά. Με απασχολούσε πάρα πολύ τι θα γίνει, τι αποτέλεσμα θα υπάρξει.
Πριν μπούμε στο στούντιο έκανες λόγο για την ιστορία των τραγουδιών, εννοούσες μια ιστορία για το καθένα;
Μ.Κ.: Α! Εννοούσα τα δυο a capella που έχω συμπεριλάβει. Λέω δυο δημοτικά τραγούδια, το ένα είναι κρητικό και το άλλο του Αρχάγγελου της Ρόδου. Αυτά τα τραγούδια τα έλεγα στις συναυλίες, στο τέλος του προγράμματος. Ο κόσμος τα έμαθε σιγά-σιγά και μου τα ζητούσε. Εγώ δεν ήθελα όμως να τα βάλω σε μια δουλειά, όπου να πω ότι τώρα κάνω δημοτικά και να παρουσιάσω την δική μου άποψή για τη δημοτική μουσική. Δεν ήθελα να το κάνω αυτό. Ήθελα να μείνουν έτσι, προσωπική προσφορά στον κόσμο χωρίς πρόγραμμα, χωρίς ορχήστρα, χωρίς άποψη. Τα έβαλα έτσι στο cd.
Άλλο κεφάλαιο, έθεσες εσύ το θέμα προς συζήτηση. Οι σχέσεις συνθέτη, στιχουργού και τραγουδιστή. Όχι μόνο σ' αυτόν τον δίσκο, που ήταν τραγούδια που εσύ τα είχες κατά νου και έπρεπε να δέσουν μεταξύ τους, αλλά ποιος επιλέγει ποιον και με ποια κριτήρια; Όταν εσύ λες θα κάνω δίσκο βγαίνεις στη γύρα για συνθέτες και στιχουργούς; Όταν ένας συνθέτης θέλει να κάνει δίσκο ψάχνει για στιχουργό και τραγουδιστή; Όταν ένας στιχουργός έχει κάποιους στίχους λέει: Α, να βρω ένα συνθέτη και ένα τραγουδιστή;
Μ.Κ.: Νομίζω ότι γίνονται όλα αυτά, ανάλογα με την περίπτωση. Εμένα μου συνέβησαν τα δυο πρώτα μέχρι τώρα. Υπήρξαν δημιουργοί που με καλέσανε να τραγουδήσω ένα υλικό ήδη φτιαγμένο, ή εν πάση περιπτώσει έτοιμο κατά 70%. Έτσι γίνανε οι δουλειές με το Θανάση Παπακωνσταντίνου, με το Σωκράτη Μάλαμα και με το Σέμση, όπως υπήρξαν και περιπτώσεις που εγώ αναζήτησα υλικό και απευθύνθηκα σε κάποιους δημιουργούς, ή μέσ' τα χρόνια με βρίσκουν άνθρωποι και μου λένε: έχω μια κασέτα με τραγούδια, θες ν' ακούσεις; Ναι. Και τα κρατάω ανάλογα με τη χρονική φάση που βρίσκομαι, αν θα κάνω σύντομα δίσκο ή όχι. Κάποια από τα τραγούδια του νέου δίσκου τα είχα στο συρτάρι τρία χρόνια. Στο συρτάρι... όχι στο δικό μου το συρτάρι... Είχα πει στους ανθρώπους αυτούς, ότι ξέρεις Νίκο Πλάτανε, εγώ θέλω να το πω αυτό το τραγούδι, μην το δώσεις σε παρακαλώ, δε θα κάνω δίσκο τώρα, θα κάνω σε ένα χρόνο ή σε δύο. Το κλείνω δηλαδή όταν μ' αρέσει.
Το καπαρώνεις έγκαιρα. Ποιο είναι το πιο αποδοτικό για τον τραγουδιστή, για σένα, το να ψάχνεις εσύ ή το να σε ψάχνουν οι άλλοι;
Μ.Κ.: Δε θα έλεγα ότι το ένα είναι πιο αποδοτικό από το άλλο. Και τα δυο. Το υλικό, δηλαδή τα ίδια τα τραγούδια, είναι που σε κάνουν να αποδίδεις ή να μην αποδίδεις...
Το υλικό και η συγκυρία, προφανώς, αυτό που λέμε με μια λέξη του συρμού, η ...χημεία.
Μ.Κ.: Βεβαίως είναι ένα πράγμα πολύ σημαντικό.
Αλήθεια, πώς βρίσκει τη ...χημεία ο τραγουδιστής, ο συνθέτης και ο στιχουργός, με δεδομένα ότι σήμερα κυκλοφορεί πολύ ψώνιο στην πιάτσα, οι δισκογραφικές εταιρείες έχουν τη λογική να βγάλουμε όπως - όπως να πουλήσουμε και υπάρχει πληθωρισμός, κάθε δίσκος έχει 12-15 τραγούδια;
Μ.Κ.: Κατ' αρχήν η ...χημεία είναι σαν τον ίσκιο μας, όταν πάμε να την... πιάσουμε φεύγει μακριά και χάνεται. Άρα είναι κάτι που προκύπτει, χωρίς να μπορείς να το προγραμματίσεις. Είναι περισσότερο θέμα ενστίκτου, θα έλεγα. Μετά αυτό καλλιεργείται. Δηλαδή καλλιεργείται η σχέση πια που έχει να κάνει με την κοινή αισθητική, με κάποιες διαφωνίες ή συμφωνίες ιδεολογικού ή κοινωνικού περιεχομένου. Αυτά καθορίζουν και τη δημιουργία. Οπότε αν βρεις κοινούς παρανομαστές σ' αυτά μετά τα άλλα ρυθμίζονται, νομίζω.
Το κριτήριο είναι αυτό που λέμε να σου κάνει "κλικ".
Μ.Κ.: Ναι αυτό είναι το κλικ. Θεωρώ δηλαδή ότι είναι κάποιοι χώροι που συμφωνούμε εμείς οι δυο και μπορούμε να ανταλλάξουμε απόψεις, να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε. Αυτό, και επίσης μου είσαι ευχάριστος να σε συναναστραφώ. Δε σε βλέπω και... απλά και ανθρώπινα πράγματα δηλαδή.
Πάμε ν' ακούσουμε τα επόμενο τραγούδι, σπονδή στις κοινές φιλολογικές μας σπουδές. Πώς ο Νίκος Πλάτανος μελοποίησε, φαντάζομαι και δικό σου αγαπημένο ποίημα, γιατί για τη «Λυπημένη» και για τα πρώιμα ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη, είχα κάνει και στη φιλοσοφική σχολή μια υποτυπώδη εργασία. (Ακούγεται η «Λυπημένη»).
Λέω να μην το αναλύσουμε, για να μη φάμε την ώρα, είναι συγκλονιστικό ποίημα.
Μ.Κ.: Πάρα πολύ καλό και απλό στην διατύπωσή του.
Η μελοποίηση έχει ή δεν έχει πετύχει, διαλέγει ο ακροατής αυτό (και ο αναγνώστης) στο βαθύ νόημα του ποιήματος υπάρχει μια ελαφρά μελωδική νύξη...
Μ.Κ.: Ναι δεν έχει καθίσει πάνω στο στίχο, δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, καπελώσει το στίχο, είναι μια πολύ απλή μελωδία, σχεδόν παιδική, η οποία όμως είναι και πεντακάθαρη ελληνική και αυτό είναι το συγκινητικό, θα έλεγα.
Θα μπορούσε να πει κανείς πολλά, τέλος πάντων... Επιστρέφουμε... Ερμηνεύεις ρόλους στο τραγούδι;
Μ.Κ.: Πολλές φορές ναι.
Θέλω να μου το εξηγήσεις αυτό. Οι γνώμες διίστανται. Άλλοι συνάδελφοί σου λένε ότι ερμηνεύουν ρόλους και άλλοι ότι απλώς προσεγγίζουν με την δική τους προσωπικότητα το κάθε τραγούδι. Εσύ;
Μ.Κ.: Νομίζω ότι κάνω και ένα τρίτο, δηλαδή στέκομαι έξω από το τραγούδι. Αυτό που εγώ θεωρώ πιο ουσιαστικό είναι ότι, αφού χρησιμοποιήσω τους ρόλους για να το κατανοήσω και αφού χρησιμοποιήσω τη προσωπική μου άποψη για να το ερμηνεύσω με τον δικό μου κώδικα, το επόμενο βήμα είναι να αποστασιοποιηθώ εντελώς, δηλαδή να φύγω από το τραγούδι, να είναι μόνο η φωνή που το υπηρετεί.
Στο πάλκο δεν ερμηνεύεις το ρόλο;
Μ.Κ.: Αυτό είπα. Όχι πάντα. Άλλες φορές προσεγγίζω το τραγούδι μέσα από τον ρόλο. Αυτό είναι ένα πρώτο στάδιο γνωριμίας. Αν υποθέσουμε ότι το τραγούδι περιέχει μια ιστορία, διαλέγεις το πρόσωπο που θέλεις να προβάλεις μέσα από την ερμηνεία, για παράδειγμα παίζεις το ρόλο της πληγωμένης ή της ερωτευμένης γυναίκας, του επαναστάτη, ή το θύμα της κοινωνίας ή οτιδήποτε. Αυτό συμβαίνει σε ένα πρώτο επίπεδο.
Όταν φοράς ακουστικά και γράφεις στο στούντιο, μια εικόνα, και όταν είσαι με το κοινό, η άλλη εικόνα. Ποια είναι η δική σου στάση σε αυτές τις εικόνες, ερμηνεύτρια ρόλων ή μια αποστασιοποιημένη τραγουδίστρια;
Μ.Κ.: Δεν είναι στάνταρ αυτό, παίζει. Επαναλαμβάνω ότι υπάρχουν 3 φάσεις για μένα. Η πρώτη είναι αυτή των ρόλων, η δεύτερη φάση είναι αυτή της προσωπικής ερμηνείας όπου συνυπάρχουν οι ρόλοι και η τρίτη και η επιθυμητή για μένα, σαν το τελευταίο σκαλί ότι κέρδισα το τραγούδι, το κατέχω και με έχει και εκείνο ανά πάσα στιγμή και ώρα, είναι η πλήρης αποστασιοποίηση. Να μην με απασχολεί ούτε που θα τοποθετηθώ, ούτε πώς θα το πω. Ν' ανοίγω το στόμα μου και να βγαίνει το τραγούδι σαν πνοή.
Αυτό είναι το τεχνικό μέρος.
Μ.Κ.: Όχι! Όχι, δεν είναι τεχνικό μέρος! Το τεχνικό μέρος περισσότερο χρησιμοποιείται στις πρώτες φάσεις, εκεί πρέπει να σκεφτείς και να οργανώσεις ποια νότα θα χρησιμοποιήσεις, που χρειάζεται να αναπνεύσεις, τι τσαλκάτζα θα κάνεις πού και πώς. Αυτά είναι τα τεχνικά. Μετά πρέπει να τα ξεχάσεις αυτά όλα και να φύγεις, δηλαδή να είσαι εσύ ένα με το τραγούδι ή να μην υπάρχεις καν.
Άρα αποστασιοποιημένη ερμηνεύεις το ...ρόλο του τραγουδιού. Δεν το λέω σαν λογοπαίγνιο.
Μ.Κ.: Ναι, αλλά δεν είναι αυτό σταθερό. Άλλα τραγούδια με βάζουν σε ένα πολύ έντονο και πρωταγωνιστικό ρόλο και άλλες φορές καταλαβαίνω τον εαυτό μου ότι κάνω αυτό που σου είπα, αποστασιοποιούμαι δηλαδή. Δεν είναι εύκολο βέβαια.
Και σε αυτές τις 3 φάσεις πού βρίσκεται ο συνθέτης και ο στιχουργός; Ή δεν περνάνε καθόλου αυτοί, εσύ το λες όπως το καταλαβαίνεις;
Μ.Κ.: Αυτό που καταλαβαίνω εγώ, όμως, επιθυμώ να έχει μια βάση που να αφορά το συνθέτη και το στιχουργό, γιατί είναι πολύ εύκολο να οδηγηθείς σε λάθος δρόμους...
...να διαστρεβλώσεις την επιθυμία του συνθέτη και του στιχουργού...
Μ.Κ.: Μπράβο! Δηλαδή το τραγούδι είναι ένα κωδικοποιημένο μήνυμα. Πρέπει λοιπόν εγώ που θα μεταφέρω αυτό το μήνυμα στον κόσμο να βρω ποιος είναι ο κώδικας του συνθέτη και του στιχουργού. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν, επιλέξανε κάποιες μουσικές φράσεις, έτσι και όχι αλλιώς, ή κάποιον ρυθμό, αυτόν κι όχι άλλον, ή κάποιες λέξεις, αυτές κι όχι άλλες; Αυτό έχει κάποια σημασία, δεν είναι τυχαίο.
Κρατήστε, φίλοι, αυτό το τραγούδι, είναι πολύ όμορφο, έχει ήδη παίξει αρκετές φορές στο «Μουσικό Σεργιάνι». Είναι το «Ποινικό Μητρώο» του Δημήτρη Ψαρρά και του Άλκη Αλκαίου. Μετά θα το σχολιάσουμε αφού ακούσουμε και το... ταίρι του.
Πώς συνταιριάζεις τη δική σου διαδικασία προσέγγισης και ερμηνείας με τον τρόπο γραφής και σκέψης του συνθέτη και του στιχουργού για τραγούδια που δεν είναι και τόσο εύκολα, δεν είναι σπαραξικάρδια, έχουν και ένα κατά τεκμήριο βαθύτερο νόημα;
Μ.Κ.: Νομίζω ότι εκεί βρίσκεται το προσωπικό μου ενδιαφέρον. Αυτή είναι η χορδή που πάλλεται περισσότερο, όταν τα τραγούδια ....εντάξει τα ερωτικά είναι ωραία, είμαι και από τους ανθρώπους που έχουν ερωτευτεί πολύ στη ζωή τους.
Και ποιος δεν είναι;
Μ.Κ.: Ναι, θέλω να πω ότι γνωρίζω πάρα πολύ καλά τι σημαίνει αυτό, αλλά παρόλα αυτά η μονοδιάστατη εμμονή με το θέμα έρωτας δεν νομίζω ότι κάνει καλό στον έρωτα, και...
Θα φθάσουμε και εκεί. Ας μείνουμε στην ερμηνεία...
Μ.Κ.: Ναι. Αυτό που ήθελα να πω είναι ότι όταν αντιλαμβάνομαι ότι ένα τραγούδι έχει και άλλες προεκτάσεις και δε μένει μόνο στο ζήτημα «εγώ κι εσύ» με ενδιαφέρει περισσότερο να ανιχνεύσω τον τρόπο του πώς θα το προσεγγίσω και πώς θα το φανερώσω στον κόσμο καλύτερα.
Άλλο θέμα τώρα: Πώς επιλέγεις τα τραγούδια, με βιώματα της δικής σου προσωπικής ζωής; Δε θέλω να μου πεις ποια βιώματα, αλλά πόσο μετράει στην επιλογή των τραγουδιών το προσωπικό βίωμα;
Μ.Κ.: Μετράει αρκετά, θα έλεγα. Διαλέγω τα τραγούδια μου με βιωματικά κριτήρια.
Βρίσκεις σήμερα εύκολα συνθέτες και στιχουργούς με παράλληλους βιωματικούς δρόμους;
Μ.Κ.: Δε θα το έλεγα και δεν είναι μεγάλη μου αγωνία αυτό, να βρω κάποιον που να μοιράζεται τα ίδια ή ανάλογα βιώματα με εμένα, μου αρκεί να χρησιμοποιεί τα δικά του βιώματα για να δημιουργεί. Επίσης όσο χρησιμοποιώ τα δικά μου βιώματα για να διαλέξω κάποιο τραγούδι, άλλο τόσο δεν τα χρησιμοποιώ, με την έννοια ότι δε θα αρνιόμουν ποτέ να τραγουδήσω ένα τραγούδι που δεν έχω εμπειρία από αυτό που λέει, αν θα μου άρεσε το τραγούδι και αν θα συμφωνούσα με αυτό που λέει.
Θα είναι πιο δύσκολη η προσέγγιση.
Μ.Κ.: Εντάξει, αλλά θα με προκαλούσε να το πω αν θα ήταν ένα αρεστό τραγούδι, πέρα αν θα είχα την εμπειρία τη συγκεκριμένη ή όχι.
Να που ξαναγυρίσουμε από άλλο μονοπάτι στους ρόλους. Είναι κατ' αναλογία με τον ηθοποιό, όταν στο έργο ότι ο πρωταγωνιστής αυτοκτονεί δε σημαίνει ότι ο ηθοποιός πρέπει να γίνει αυτόχειρας για να ερμηνεύσει πειστικά τον ρόλο...
Μ.Κ.: Ακριβώς. Συμβαίνει κατ΄ αναλογία και στο τραγούδι.
Προσαρμόζεις κάποια βιώματα και μηνύματα στο δικό σου τρόπο σκέψης και αντίδρασης σε αυτό που περιγράφει το τραγούδι.
Μ.Κ.: Ε, σαφώς! Γιατί μετά θα έλεγα ψέματα αν δεν το προσάρμοζα στο δικό μου τρόπο έκφρασης.
Πάμε να ακούσουμε το δεύτερο από τα κατά την γνώμη μου πιθανά διαχρονικά τραγούδια, την περίφημη «Σβούρα» του Βασίλη Γκάντζου. Τώρα να ολοκληρώσω το σχόλιο για τη «Σβούρα» και το «Ποινικό Μητρώο». Ο δίσκος σου είχε αρκετές αρνητικές κριτικές. Καθόλου κακό για σένα. Στην εποχή μας η καλύτερη διαφήμιση είναι η αρνητική. Αποδείχθηκαν, όμως, ακόμα μια φορά δυο από τις παραδοξολογίες του Όσκαρ Ουάιλντ, ότι όταν οι κριτικοί διαφωνούν μεταξύ τους σημαίνει ότι ο καλλιτέχνης συμφωνεί με τον εαυτό του και ότι κάθε κριτική είναι άχρηστη. Ανεξάρτητα αν τους φταίει το εξώφυλλο, αν ένα κομμάτι μπορεί να θυμίζει, και άλλες λεπτομέρειες, όμως αν μη τι άλλο υπάρχουν δυο σημαντικά τραγούδια που οι... κριτικοί δεν τα εντόπισαν. Φάνηκε η ανοησία τους, η προσπάθεια εξυπνακισμού, να πιαστούν από κάπου για να πουλήσουν μουρίτσα. Δε σε καλώ, βέβαια, να πάρεις θέση. Κλείνει η παρένθεση.
«Θέλω να είμαι λεύτερος και ας τερματίζω δεύτερος», όμορφος στίχος και ευρηματικός όπως και ο άλλος του Αλκαίου «Χωρίς χιονιά χιονίζομαι, χωρίς νοτιά νοτίζομαι...» Σήμερα μπορεί ο τραγουδιστής, ο συνθέτης, ο στιχουργός να ξεφύγουν από αυτό τον αρρωστημένο, τον μονοδιάστατο ερωτισμό;
Μ.Κ.: Ε, να! Ένας τρόπος είναι να κάνει ένα τραγούδι που το θέμα του να είναι διαφορετικό.
Ένας άλλος τρόπος είναι όπως το παλιό τραγούδι που έβλεπε την κοινωνική διάσταση του έρωτα.
Μ.Κ.: Σαφέστατα γιατί κι ο έρωτας υπάρχει εκεί που δεν τον ψάχνεις, εκεί τον βρίσκεις συνήθως, αν συνεχώς μιλάς για αυτόν, νομίζω ότι εξασθενεί.
Σήμερα στα σκυλάδικα τραγούδια, αλλά και ορισμένοι άλλοι συνθέτες με το πρόσχημα της αναζήτησης καινούριων τρόπων έκφρασης μένουν μονοδιάστατα προσκολλημένοι στην ερωτική απογοήτευση.
Μ.Κ.: Είναι γιατί οι περισσότεροι από μας ερωτευόμαστε κάποιον ο οποίος κλαίγεται και θεωρούμε ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εμάς, ερωτευόμαστε δηλαδή την αδυναμία του άλλου, την αδύναμη στάση του απέναντι στη ζωή και τρέχουμε να τον βοηθήσουμε μέσα από τον ερωτά μας, ενώ η «Σβούρα» για παράδειγμα παρουσιάζει κατά την γνώμη μου έναν άνθρωπο που είναι κατ' εξοχή ερωτεύσιμος, εφόσον δέχεται να ζει έτσι και κατ' αυτήν την έννοια παρουσιάζει ένα διαφορετικό έρωτα, έναν πιο κοινωνικό έρωτα. Έναν απελευθερωμένο έρωτα από αυτήν την μίρλα και το κλάμα, θα μ΄ αφήσεις και θα πεθάνω και θα σε σκοτώσω και τα συναφή.
...και το "Ποινικό μητρώο" το ίδιο κάνει.
Μ.Κ.: Στο «Ποινικό μητρώο» είναι πιο μέσα στο μάτι του κυκλώνα αυτός ο άνθρωπος, υπάρχει και μια κίνηση ότι εγώ θα φύγω αλλά θα είμαι στις αναμνήσεις σου και όμως καίγομαι, πονάω για σένα, αλλά με τον στίχο του Αλκαίου δεν εκχυδαΐζεται μέσα από την υπερβολή το συναίσθημα. Όλοι έχουμε και τις ακραίες στιγμές που αισθανόμαστε ότι τα πράγματα τελειώνουνε για να ξαναρχίσουν.
Μα τώρα... Σε ρωτάω με το χέρι στην καρδιά: Θα μπορούσες να κάνεις ή να δεχτείς ερωτική εξομολόγηση με τα σημερινά καψουροτράγουδα;
Μ.Κ.: Όχι φυσικά.
Θα απεχθανόμουν την κοπέλα που σε μια ιδιαίτερη μας στιγμή θα τα τραγουδούσε έστω και για πλάκα.
Μ.Κ.: Ε ναι! Είναι γιατί η δική σου ερωτική χώρα ποτίζεται από άλλα πράγματα.
Ίσως η γυναικεία ψυχολογία είναι πιο ευάλωτη στο μονοδιάστατο κλαψιάρικο τραγούδι, έχουμε και στη λογοτεχνία ανάλογες τάσεις, το γυναικείο μυθιστόρημα...
Μ.Κ.: Εγώ τώρα θα σου απαντήσω ότι δε θα έκρινα ...γυναικεία αυτήν την τάση.
Υπάρχει όμως αυτή η τάση στη λογοτεχνία για παράδειγμα...
Μ.Κ.: Ναι αλλά σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο η γυναίκα είναι ο καθρέφτης του άνδρα, άρα εσείς είστε αυτοί που προωθείτε αυτήν την εικόνα...
Ωχ! Τώρα στο τέλος πάμε για φεμινιστικό καβγά...
Μ.Κ.: Ε, αυτό ήθελα να πω, ότι όποιο τραγούδι και στίχος, για μένα, εφόσον ζητήθηκε η άποψή μου, προωθεί με μη δημιουργικό τρόπο τον πόλεμο του αρσενικού και του θηλυκού, με μη δημιουργικό τρόπο, επαναλαμβάνω, μόνο και μόνο να διαφωνούμε για την διαφωνία, εμένα δε με βρίσκει σύμφωνη, ούτε πολύ περισσότερο με ερεθίζει.
Ηλεκτρικός ή φυσικός ήχος, στο τραγούδι, στη συναυλία, στη ζωή;
Μ.Κ.: Δεν είναι δίλημμα για μένα αυτό πραγματικά. Για μένα η ουσία είναι αλλού, στον πυρήνα του κάθε τραγουδιού που δεν έχει να κάνει με το φόρεμα που φοράει κάθε φορά. Έχουμε ακούσει ρεμπέτικα τραγούδια με ηλεκτρικές κιθάρες. Έχουμε ακούσει δημοτικά με σαξόφωνα. Έχουμε ακούσει πολλά. Υπάρχουν πράγματα που είμαι σίγουρη ότι ακόμα και ένας παραδοσιακός μουσικός θα τα αποδεχθεί και άλλα για τα οποία θα μιλήσει αρνητικά. Το θέμα είναι το συναίσθημα και το αισθητικό αποτέλεσμα.
Το χειμώνα τι θα κάνεις;
Μ.Κ.: Το χειμώνα θα κάνω ένα πρόγραμμα στο Αερικό. Θα έχω μαζί μου δυο νέους άνδρες, έναν τραγουδιστή τον Δημήτρη Σταματέλο και τον κύριο Βασίλη Γκάτσο από την Θεσσαλονίκη.
Πέρασε κιόλας ο χρόνος , απότομη αποφώνηση υπό την απειλή του ...ρολογιού. Είχαμε πολλά να πούμε ακόμα. Απέραντος και προπαντός ολάνθιστος ο κήπος του ελληνικού τραγουδιού και των δουλευτών του. Γι’ αυτό ίσως τα πιο σημαντικά μένουν, ευτυχώς, άγραφα, ή για να ακριβολογούμε ανείπωτα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου