Τραγούδια που συντροφεύουν τη ζωή μας
του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη*
(Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στον ΜΕΤΡΟΝΟΜΟ, αρ. 5, 2002)
(Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στον ΜΕΤΡΟΝΟΜΟ, αρ. 5, 2002)
Μια συνομιλία με την Μαρία Φαραντούρη συνιστά και έναν απολογισμό της ως τώρα ζωής μας, καθώς ανήκει στις 3-4 μεγάλες φωνές που ταξίδεψαν τις αγωνιστικές και κοινωνικές μας αναζητήσεις. Το προηγούμενο καλοκαίρι η σπουδαία ερμηνεύτρια αποφάσισε να φυλλομετρήσει με την φωνή της το ίδιο το ελληνικό τραγούδι στην διαδρομή του τον περασμένο αιώνα, με μια συναυλία στο Ηρώδειο. Δύσκολο έως αδύνατο εγχείρημα- θα πείτε. Τώρα αυτή η δουλειά κυκλοφορεί σε ένα διπλό δίσκο και σημειώνει μεγάλη επιτυχία. Δείγμα ότι ο κόσμος στην στειρότητα της παρούσας εποχής αντλεί από τα όμορφα παλιά, πρόσφατα και απώτερα;
Να ξεκινήσουμε με δυο λόγια για τον δίσκο. Ένας αιώνας... ένας αιώνας... τραγούδι. Κομπιάζω γιατί πριν από 10 χρόνια είχα βγάλει με τις εκδόσεις Λιβάνη το πρώτο μου βιβλίο «Ένας αιώνας λαϊκό τραγούδι». Συμπτωματικά αυτός ο τίτλος χρησιμοποιείται...
Μαρία Φαραντούρη: Ναι; Με μια μικρή, όμως, παραλλαγή, «Ένας αιώνας ελληνικό τραγούδι»...
Δυο λόγια λοιπόν για αυτήν την όμορφη συναυλία που παρακολουθήσαμε πέρσι το καλοκαίρι στο Ηρώδειο και έγινε τελικά διπλός ψηφιακός δίσκος...
Μ. Φ.: Με την Ορχήστρα των Χρωμάτων, μια από τις σπουδαίες κλασικές ορχήστρες που όπως θυμόσαστε την ίδρυσε ο Μάνος Χατζιδάκις. Με αυτήν τραγουδήσαμε τραγούδια του Μίκη, του Μάνου αλλά και λαϊκά, του λεγόμενου ελαφρού ρεπερτορίου, Αττίκ, Γιαννίδη, Χαιρόπουλο, και ορισμένα παραδοσιακά. Προσπαθήσαμε με τον Γιώργο Παπαδάκη που έκανε την επιμέλεια, δηλαδή που υπέδειξε περίπου 100 κομμάτια και από αυτά επέλεξα αυτά που και ταιριάζουν στην φωνή μου και αντικειμενικά θεωρώ ότι είναι αντιπροσωπευτικά του αιώνα, το καθένα για δικό του λόγο.
Ο Μίλτος Λογιάδης είχε την διεύθυνση...
Μ. Φ.: Ο Μίλτος, ο εξαίρετος μαέστρος, και σε κάποια τραγούδια συμμετείχε ο Δημήτρης Ψαριανός ο τραγουδιστής του Μεγάλου Ερωτικού και ο Μανώλης Παπαδάκης, ένας εξαιρετικός βαρύτονος που είπαμε μαζί τις καντάδες. Αρχίσαμε με δημοτικά και καταλήξαμε στους νεώτερους όπως είναι ο Σαββόπουλος και ο Μικρούτσικος. Δεν τραγούδησα όμως κομμάτια της τελευταίας δεκαετίας, είναι πολλά και εδώ χρειάζεται...
Διάβασα το προλογικό σας σημείωμα του δίσκου και συμφωνώ, ότι για τα σημερινά δεν έχει πει ακόμα την γνώμη του ο χρόνος. Αν και η κοινωνία τρέχει σήμερα με μεγαλύτερη ταχύτητα και αυτό έχει τα αρνητικά του, κάποια άσματα μπορεί να χαθούν από τα τωρινά...
Μ. Φ.: Αν και πιστεύω ότι αν κάτι συγκινεί τον κόσμο βαθιά και αληθινά θα τραγουδιέται πάντα, βρίσκει τον δρόμο να διεισδύει και να μένει. Εκτός αν...
...έχουμε θεμελιακές μεταλλάξεις του ανθρώπινου γένους.
Μ. Φ.: Εγώ πιστεύω ότι όσο ζει ο άνθρωπος θα τραγουδά και κάποια τραγούδια θα τον συντροφεύουν, θα τον σημαδεύουν. Το ίδιο θα συμβαίνει και στο μέλλον. Και τώρα μέσα από τον σωρό υπάρχουν ορισμένα πολύ καλά τραγούδια της νέας γενιάς.
Κάνατε μια επιτομή των τραγουδιών του αιώνα και γιατί;
Μ. Φ.: Γιατί ήταν πολλοί οι λόγοι. Πρώτον τα τραγούδια που είπαμε είχαν ένα βάθος και στον χρόνο και στην ποιότητα. Δεύτερον κομμάτια που πηγαίνουν στην δική μου εκφραστική ικανότητα. Τρίτον να μπορούν να παιχτούν με συμφωνική ορχήστρα. Α! Υπήρχε και λαϊκή ορχήστρα, παίξανε λαϊκά τραγούδια που ερμήνευσαν νέα παιδιά. Κάναμε οντισιόν για να φανούν στο Ηρώδειο νέες φωνές, αλλά στον διπλό δίσκο που κυκλοφόρησε είναι κυρίως το υλικό που εγώ τραγούδησα.
Είναι η νοσταλγία του φτασμένου καλλιτέχνη να αποδίδει αυτά τα τραγούδια, κάπου-κάπου να σταματά και να κάνει τον απολογισμό του;
Μ. Φ.: Όχι η νοσταλγία. Η βαθιά επιθυμία, η δίψα του λαού να ακούσει το καλό ελληνικό τραγούδι. Στο γύρισμα του αιώνα υπάρχει τέτοια σύγχυση και η μουσική βιομηχανία ασχολείται με το εμπορικό προϊόν που πάντα αντικαθίσταται αμέσως και εύκολα. Έτσι δεν την ενδιαφέρει τι τραγούδι θα μείνει, αν τραγουδιέται στις παρέες, αν συγκινεί τον κόσμο. Οι εταιρείες προσβλέπουν μόνο στο κέρδος και προωθούν ό,τι εντυπωσιάζει.
Υπάρχει αντίλογος εδώ, ότι αυτή η ταχύτητα της ζωής έχει σαν αποτέλεσμα μια έλλειψη ρεπερτορίου.
Μ. Φ.: Μην τα ρίχνουμε όλα εκεί. Υπάρχουν σοβαρότατα λάθη των εταιρειών. Εδώ και χρόνια αποφάσισαν ότι δεν χρειάζονται τον συνθέτη, μόνο τους τραγουδιστές για να μπορούν να τους ελέγχουν απόλυτα, για να παράγουν εύκολο τραγούδι που διαρκώς αντικαθίσταται γρήγορα. Γίνανε και τόσες πολλές εταιρείες... Βγάζουν αμέτρητα τραγούδια... Όχι νοσταλγία λοιπόν... Το καλό ελληνικό τραγούδι δεν έχει χαθεί. Μπορεί να μην τραγουδήθηκε τα τελευταία χρόνια, αλλά τώρα βλέπουμε την βαθιά ανάγκη να το γνωρίσει η νέα γενιά που δεν το άκουγε γιατί της το είχαν αποκρύψει από τα ραδιόφωνα. Εσείς ακούσατε κανένα ραδιόφωνο να βάζει την «Συννεφιασμένη Κυριακή»; Ακούγατε τον Καζαντζίδη; Έπρεπε να αρρωστήσει ο άνθρωπος και να πεθάνει για να ακούσουμε στα ραδιόφωνα τα υπέροχα τραγούδια του, για τον μετανάστη, για την εργατιά, για τον προδομένο έρωτα, κάποια που είναι τόσο κλασικά. Και τώρα ξαφνικά τα ανακαλύψανε γιατί είδανε και εδώ κέρδος οι εταιρείες.
Οι καταξιωμένες φωνές δεν έχουν σήμερα μεγαλύτερο πρόβλημα να πούνε καταξιωμένα τραγούδια; Είναι άλλο πράγμα να βγαίνει κανείς σήμερα και να σκέφτεται: προκειμένου να μην μείνω στην αφάνεια ας τραγουδήσω ένα μέτριο τραγούδι, ενώ εσείς μετά τον Μίκη και τον Μάνο δεν μπορείτε να τραγουδάτε ό,τι κι ό,τι μόνο και μόνο για να είσαστε στα μικρόφωνα.
Μ. Φ.: Θέλετε να πείτε ότι είμαι δέσμια του καλού μου ρεπερτορίου, των καλλιτεχνικών μου επιλογών;
Ναι, είναι ένας σκόπελος για τους σπουδαίους τραγουδιστές.
Μ. Φ.: Συμφωνώ, αλλά χωρίς να χάνουμε την αισιοδοξία, αν λίγο ανησυχήσεις, αν λίγο ψάξεις, αν ακούσεις και πέντε πράγματα από το εξωτερικό, πάντα βρίσκεις καλά τραγούδια. Εργάζομαι, η καινούρια μου δουλειά θα είναι τραγούδια του κόσμου. Έχω μαζέψει πολύ ωραία από διάφορες χώρες, τα οποία τα μεταφράζουμε και θα τα περάσουμε και στο ελληνικό ρεπερτόριο.
Επόμενο κεφάλαιο. Η φωνητική προσέγγιση ετερογενών ως προς το είδος τραγουδιών. Ασχοληθήκατε με όλο το φάσμα του ελληνικού τραγουδιού.
Μ. Φ.: Μα πώς αλλιώς θα δικαιολογούσαμε το θέμα μας που είναι ένας αιώνας ελληνικό τραγούδι.
Η ερώτηση, λοιπόν, είναι αν υπάρχουν προβλήματα στην φωνητική προσέγγιση αυτών των τραγουδιών.
Μ. Φ.: Μα για αυτό επέλεξα αυτά που είχα την εντύπωση ότι μπορώ να τα προσεγγίσω πάντα με την δική μου εκφραστική δύναμη. Για παράδειγμα ποτέ δεν θα έλεγα τραγούδια που θέλουν μια λαϊκή, ψιλή φωνή. Τραγούδια που πάνε στην φωνή μου και ταυτόχρονα είναι γνωστά πολύ στον κόσμο. Δύσκολη επιλογή. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι πετυχαίνει απόλυτα τον στόχο του. Είναι τόσα πολλά και υπέροχα τραγούδια που δυο και τρεις δίσκοι δεν φτάνουν για να τα συμπεριλάβεις σε ένα δείγμα αντιπροσωπευτικό. Είχα την τύχη όμως να ακούσω σπουδαίους ερμηνευτές και συνθέτες. Δεν είναι μόνο ο Μάνος και ο Μίκης που δόξασαν την Ελλάδα στο εξωτερικό. Έχουμε και άλλους σπουδαίους, για παράδειγμα ο Αττίκ.
Το πρόσεξα αυτό. Βάλατε για παράδειγμα το παραδοσιακό «Μεσοπέλαγα αρμενίζω» στην εκδοχή του «Αχ μελαχρινό μου!» με τον Λευτέρη Μενεμενλή που είναι σήμερα ξεχασμένος. Το επόμενο ερώτημα είναι: μια σπουδαία τραγουδίστρια σαν και σας προσαρμόζει την φωνή της στα τραγούδια ή αντίστροφα;
Μ. Φ.: Και τα δυο. Προσπαθείς να βρεις την χρυσή τομή. Γιατί σίγουρα, δεν μπορείς να τα αλλάξεις τελείως αλλά και δεν είναι δυνατόν να παραβλέψεις την δική σου έκφραση. Προσπαθώ πάντα να κρατώ τα χαρακτηριστικά μου. Βέβαια αν χρειάζεται πιο λυρική φωνή, για παράδειγμα, θα το κάνω έτσι. Ούτε υποστήριξα ότι είμαι λαϊκή τραγουδίστρια επειδή είπα την «Συννεφιασμένη Κυριακή», αλλά όλοι μας έχουμε τραγουδήσει στις παρέες μας, για παράδειγμα την «Αχάριστη», έτσι δεν είναι;
Αυτό το «λαϊκός» είναι μια σύμβαση που υπογράφουμε για να συνεννοούμαστε, γιατί δηλαδή το Μαουτχάουζεν, για παράδειγμα δεν έχει λαϊκά τραγούδια;
Μ. Φ.: Έτσι νομίζω και εγώ...
Να σας κάνω μια πιο... θεατρική ερώτηση; Ο τραγουδιστής και η τραγουδίστρια παίζουν ρόλους. Πώς είναι δυνατόν μια τραγουδίστρια να ερμηνεύει στην ίδια παράσταση τόσο διαφορετικούς ρόλους, τόσο διαφορετικών εποχών;
Μ. Φ.: Ε! μην υπερβάλλουμε κιόλας... Κοιτάξτε, το τραγούδι έχει μικρότερη ζωή σε χρόνο, ο θεατρικός ρόλος είναι μια άλλη ιστορία.
Μήπως όμως στο σύντομο του τραγουδιού είναι πιο απαιτητική η τρίλεπτη... θεατρική παράσταση;
Μ. Φ.: Ναι, σίγουρα, αλλά τι να σας πω, μπορεί να χρησιμοποίησα τραγούδια από άλλες εποχές, αλλά δεν ήταν τελείως έξω από το μουσικό είδος το οποίο υπηρετώ. Δεν θα μπορούσα για παράδειγμα να πω heavy metal, μπαλάντα όμως μπορώ να πω. Μπλουζ μπορώ γιατί η φωνή μου έχει μια τέτοια τάση.
«Ο γέρο- νέγρο Τζιμ» στα Νέγρικα είναι μπλουζ.
Μ. Φ.: Ναι. Ούτε πάλι μπορώ να πω κλασικό τραγούδι. Για αυτό σας είπα, επέλεξα τραγούδια που μου ταιριάζουν και αυτό ίσως φάνηκε από την επιτυχία μέχρι τώρα του δίσκου. Έκανα και εγώ μια προσπάθεια, βέβαια, άλλα τα είπα πιο λυρικά από ό,τι στο παρελθόν. Παλιά επειδή ο Μίκης ήθελε να δίνει περισσότερη δύναμη...
Ήταν πιο επικός...
Μ. Φ.: Έδινε ένα τέτοιο ύφος και προσαρμοζόμουνα και εγώ. Τώρα με μια τέτοια ορχήστρα μου δίνει και μένα ευκαιρία διαφορετικής προσέγγισης.
Όλα αυτά τα τραγούδια πώς ηχούν σήμερα σε ένα κόσμο αδιάφορο και βολεμένο; Ρωτώ από την θέση του ερμηνευτή που είναι στο πάλκο και όχι από αυτήν του απαιτητικού ακροατή.
Μ. Φ.: Δεν ξέρω αν με πείτε υπερβολικά αισιόδοξη. Μετά όμως από απουσία 15 χρόνων αυτής της μουσικής από τα ραδιόφωνα και τις δισκογραφικές εταιρείες, ο κόσμος διψάει για αυτά τα τραγούδια, για αυτό τα υποδέχτηκε με τόση θέρμη. Και όχι μόνο αυτά, κάθε τι καλό, παράδειγμα ο δίσκος του Σαββόπουλου, τα τραγούδια του Μίκη με τον Πάριο, τον Μπάση και άλλους ερμηνευτές, έχουν μεγάλη απήχηση.
Αυτό σημαίνει ότι γυρνάμε πίσω ή ότι ο κόσμος αρχίζει να ψάχνεται;
Μ. Φ.: Πηγαίνουμε στο μέλλον δια μέσου του παρελθόντος. Για να μην γίνει παρεξήγηση: Ένα καλό τραγούδι δεν μπορείς να πεις ότι ανήκει μόνο στο παρελθόν, ή στο παρόν, είναι για πάντα, αυτό λέμε διαχρονικότητα.
Δεν διαφωνώ μαζί σας, αλλά γιατί δεν συγκινούσε πριν 5 χρόνια;
Μ. Φ.: Μα δεν το άκουγε ο κόσμος. Μόνο το κρατικό ραδιόφωνο το μετέδιδε και αυτό πολλές φορές λειτουργεί με την... λογική: Ποια είναι η μόδα; Ας συμπορευτώ και εγώ. Η εποχή δεν το ήθελε. Την εποχή όμως την κάνουν κάποια συμφέροντα, κάποιοι άνθρωποι διαμορφώνουν τα γούστα. Σε όλα αυτά υπάρχουν παρέες, στέκια και συμφέροντα που διαμορφώνουν το κατεστημένο κάθε εποχής.
Τι έγιναν οι θρυλικές συναυλίες μετά την Μεταπολίτευση, να ελπίσουμε ότι θα ξανάρθουν;
Μ. Φ.: Δεν είναι οι μεγάλες συναυλίες ζητούμενο. Πιστεύω ότι έχει ανάγκη από τέχνη ο κόσμος, από αλήθεια, ένα καλό θέατρο, ένα καλό σίριαλ στην τηλεόραση, το καλό βιβλίο, το όμορφο τραγούδι. Βέβαια και σήμερα υπάρχουν καλά τραγούδια. Παράγονται όμως γενικά τόσα πολλά σκάρτα και επαναλαμβανόμενα που ο κόσμος δεν προλαβαίνει να ασχοληθεί με τα καλά. Όπότε ακούγοντας κάτι αληθινό, κάποιοι το έχουν ακούσει παλιά, κάποιοι νεώτεροι το πρωτογνωρίζουν, αισθάνονται ότι τώρα αυτή είναι η αναφορά τους μέχρι να βγει κάτι καινούριο.
Πολιτικό ή ερωτικό τραγούδι. Τότε και σήμερα. Τι άλλαξε και όλα αυτά τα όμορφα μελωδίσματα που έδεναν αρμονικά τον έρωτα με την κοινωνία χάθηκαν;
Μ. Φ.: Τι άλλαξε! Πάρα πολλά, η κοινωνία, η ζωή, οι ανάγκες μας... Επιμένω όμως, το καλό τραγούδι είτε είναι επικό, είτε λυρικό, πάντα θα υπάρχει. Θα στολίζει τις αξίες του Ελληνισμού, την κουλτούρα μας.
Είναι η προίκα της ανθρωπότητας. Κάθε γενιά φέρνει την προίκα της στην ζωή.
Μ. Φ.: Πραγματικά, οι Έλληνες, μια τόσο μικρή χώρα, με τόσο πλούσια ιστορία και τόσα πολλά που έχουν δώσει στην τέχνη! Λέτε τότε και τώρα. Τι να συγκρίνει κανείς; Θυμόσαστε πόσοι καλλιτέχνες αναγκάστηκαν παλιότερα να φύγουν στο εξωτερικό γιατί δεν μπορούσαν εδώ, γιατί κυνηγήθηκαν ιδεολογικά, είτε γιατί η κοινωνία δεν τους άντεξε;
Τώρα όμως κυρία Φαραντούρη πέσαμε στο άλλο άκρο, στη αφασία της νομιμότητας. Μήπως θέλουμε... κυνήγι τελικά για να κάνουμε σπουδαίο έργο;
Μ. Φ.: Όχι και έτσι! Θα ήταν μεγάλο λάθος αυτό!
Μήπως το σύστημα εξουσίας δεν έχει υποβαθμίσει, δεν φιλτράρει τις ανάγκες του κόσμου;
Μ. Φ.: Είναι πάρα πολλά. Ελέγχει τον κόσμο και του δίνει την πολιτιστική τροφή που αυτό επιθυμεί μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Στο όνομα, όμως, της ελευθερίας, λένε ότι γίνονται όλα.
Δεν νοσταλγήσατε τον Μίκη, τον Μάνο, την ατμόσφαιρα της εποχής;
Μ. Φ.: Δεν μου αρέσει η λέξη νοσταλγία, είναι σα να θέλεις να τα ξαναφέρεις, να φέρεις πίσω το τραγούδι, την ευαισθησία, την τέχνη. Οι εποχές αυτές δεν μπορεί να ξανάρθουν, εξέφραζαν άλλες ανάγκες. Σπουδαία πράγματα μπορείς να κάνεις και σήμερα, σε ένα μικρό χώρο, με την παρέα σου.
Τι κάνουν λοιπόν οι καλλιτέχνες στην εποχή της αποπολιτικοποίησης;
Μ. Φ.: Ξέρετε, είναι λίγο μουδιασμένοι. Κυριαρχούσαν άλλα ρεύματα τα τελευταία χρόνια που ονομάστηκαν, ψευδώς για μένα, ποιοτικά και δεν υπηρετούσαν καθόλου την ποιότητα. Και δεν μιλώ για την αντίπερα όχθη, για το λεγόμενο διασκεδαστικό τραγούδι που έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Εγώ το λέω καθαρά, σκυλάδικο, επιτρέψτε μου την φράση.
Μ. Φ.: Εντάξει, αυτό δεν αλλάζει, μπορεί να περιορίζεται ή να επεκτείνεται, αλλά εμείς δεν έχουμε καμιά σχέση με αυτό. Μιλάμε για τον χώρο του τραγουδιού που ευφραίνει την καρδία, αγωγή ψυχής. Σε αυτόν υπάρχουν σπουδαίοι νέοι καλλιτέχνες που θα πρέπει να ακούγονται περισσότερο. Γιατί και εκεί πέφτει έλεγχος. Λένε οι εταιρείες μέχρι αυτού του σημείου θα προβάλλεται ο τάδε συνθέτης ή τραγουδιστής. Μας έβγαλε κάποιο σουξέ; Ε! Μόνο αυτό το σουξέ θα παίζεται. Είμαι αισιόδοξη ότι τα επόμενα χρόνια θα βγει- βγαίνει ήδη- το καινούριο λαϊκό ελληνικό τραγούδι που σηματοδοτεί την εποχή του. Αυτό δεν μπορεί να το κάνουν οι παλιοί συνθέτες, ούτε να το ερμηνεύσουν οι παλιοί τραγουδιστές. Θα βγεις από τους νέους. Εμείς σεγκοντάρουμε, που λένε...
Μου κάνατε ωραία πάσα. Πως αντιδρά η φτασμένη τραγουδίστρια; Ακολουθεί την μόδα, αναπαύεται στις δάφνες της- και καλά κάνει γιατί κουράστηκε, δούλεψε να φτάσει ως εδώ- ή προσπαθεί να ανοίγει νέους δρόμους;
Μ. Φ.: Μάλλον το τελευταίο, θα έλεγα. Έτσι θα έπρεπε να κάνει. Εδώ υπάρχει ένα οξύμωρο. Λένε ότι δεν είναι ίδια τα πράγματα, τότες υπήρχε φτώχεια, δεν είχαμε δημοκρατία. Μα και τώρα υπάρχει μεγάλη ανεργία. Δεν υπάρχουν μεγάλα προβλήματα; Βλέπεις δεν τα αγγίζει κανείς. Όλο για τον έρωτα μιλάνε.
Αλήθεια πως βλέπετε αυτήν την μονοδιάστατη προσήλωση στον κλαψιάρικο έρωτα; Ρωτώ μια τραγουδίστρια που είχε την τύχη να πει υπέροχα ερωτικά τραγούδια του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι και άλλων μεγάλων συνθετών...
Μ. Φ.: ...οι οποίοι είχαν την ευαισθησία και το ταλέντο να εκφράσουν και άλλα προβλήματα και παγκόσμια ζητήματα. Δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Παντού τους στενεύουνε σήμερα τους καλλιτέχνες. Τους ελέγχουν και τους βάζουν να περπατάνε στο μονοπάτι που θέλουν. Όση επιτυχία και να έχεις- σου λένε- μην ξεφύγεις από εκεί που σου ορίζουμε. Αλλάζουν και τα πράγματα. Τώρα οι νέοι συνθέτες εκφράζουν την μοναξιά στην σύγχρονη πόλη, στις διαπροσωπικές σχέσεις... Εκφράστηκαν πολλές φορές με καλό τρόπο αλλά δεν αρκεί αυτό.
Εντάξει και ο Μίκης για παράδειγμα με τον Καμπανέλλη εκφράσανε την απόγνωση και την μοναξιά σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης...
Μ. Φ.: Ίσως οι νέοι ψάχνουν να βρουν νέους τρόπους να εκφραστούνε.
Μήπως τελικά ψάχνουν να βρούνε άλλοθι;
Μ. Φ.: Όχι, μην είστε τόσο σκληρός... Ίσως πάλι να έχετε δίκιο... Ναι κάποιοι ψάχνουν για άλλοθι.
Άρα δεν είναι σήμερα πιο δύσκολο να ανοίξουμε νέους δρόμους...
Μ. Φ.: ...και υπάρχει πολυπλοκότητα, είναι πάρα πολλά τα πράγματα που περιβάλλουν έναν ευαίσθητο άνθρωπο που θέλει να εκφραστεί. Τότε για παράδειγμα δεν υπήρχαν πολλές εταιρείες. Ούτε τόσα ανταγωνιστικά συμφέροντα. Εμείς για παράδειγμα, τελευταία γνωρίσαμε τον παραγωγό. Τότε ήταν ο συνθέτης και η επαφή του με τον κόσμο. Έφτιαχνε ένα έργο, το περνούσε στον κόσμο, έβλεπε τις αντιδράσεις του και μετά ο εταιρειάρχης το δισκογραφούσε...
Με συγχωρείτε που σας διακόπτω, αλλά το φαινόμενο του παραγωγού και της αποπομπής του συνθέτη συμβαίνει από την δεκαετία του 1960. Ίσως εσείς, ο Μπιθικώτσης και άλλοι τραγουδιστές είχατε την ευτυχία να συνεργαστείτε με συνθέτες μεγάλης εμβέλειας όπως ο Μίκης και ο Μάνος, οπότε δύσκολα οι εταιρείες θα τους υποκαθιστούσαν με τους παραγωγούς...
Μ. Φ.: Θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο όλα αυτά τα χρόνια που τους είχαν στην γωνία και τους είπανε δεν σας έχουμε ανάγκη. Ξέρετε και κάτι άλλο; Στο όνομα των νέων συνθετών οι εταιρείες αγνόησαν τους παλιούς, δήθεν για να μπει νέο αίμα. Αλλά και οι καινούριοι συνθέτες μόνοι τους βγήκαν οι άνθρωποι, με το ταλέντο και την ευαισθησία τους. Είδατε τι προτείνουν σήμερα οι εταιρείες στον κόσμο να αγοράσει.
Πώς βλέπει η Μαρία Φαραντούρη τα νέα παιδιά, με τα όμορφά τους άσματα, τους συμβιβασμούς τους, το άνισο έργο, τις εξάρσεις και τις απογοητεύσεις τους;
Μ. Φ.: Χωρίς να θέλω να δικαιολογήσω καταστάσεις, δεν φταίνε τα νέα παιδιά για το κατάντημα του εμπορικού τραγουδιού, αν και πιστεύω ότι θα μπορούσαν πιο πολύ να διεκδικούν το καλό τραγούδι. Έχω μια περίεργη σχέση μαζί τους. Πάντα πίστευα ότι θα βρουν, όσοι θέλουν και ανησυχούν, την αλήθεια στην τέχνη. Και εμείς εδώ είμαστε.
***
* Η συνέντευξη της Μαρίας Φαραντούρη έγινε στην εκπομπή «Μουσικό Σεργιάνι» της ΕΡΑ-5, την Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2002.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου